Αριθμ. Πρωτ.:59-7/6/2022

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

      Αγαπητοί συνάδελφοι, 

    Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, από τις 4.3.2022, οπότε ο κ. Υπουργός Δικαιοσύνης απέστειλε στις δικαστικές ενώσεις το σχέδιο του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών μέχρι και την ολοκλήρωση της διαδικασίας επεξεργασίας και ψήφισης αυτού από τη Βουλή των Ελλήνων, που έλαβε χώρα στις 2.6.2022, κινήθηκε με μεθοδικότητα προς την κατεύθυνση της τροποποίησης – βελτίωσης επιμέρους διατάξεων του. 

    Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής, το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης: 

    α) Αρχικά, στις 18.3.2022 και κατά τη διάρκεια συνάντησης, που πραγματοποιήθηκε με τον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης, ανέπτυξε τις παρατηρήσεις – προτάσεις της Ένωσης σε επιμέρους διατάξεις του ως άνω σχεδίου νόμου, για τις οποίες ακολούθως, στις 21.3.2022, απέστειλε στον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης και σχετικό υπόμνημα. Αρκετές από τις παραπάνω παρατηρήσεις – προτάσεις υιοθετήθηκαν και ενσωματώθηκαν στο σχέδιο νόμου, πριν από τη θέση του σε δημόσια διαβούλευση, που έλαβε χώρα στις 20.4.2022 [άρθρα 20 παρ. 8, 29 παρ. 1 στοιχ. θ’, 47 παρ. 4, 49 παρ. 3, 5 και 6, 117 παρ. 11, 124 παρ. 1 και 126 παρ. 1 και 2 του σχεδίου νόμου που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση]. 

    β) Στη συνέχεια και μετά την ολοκλήρωση, στις 4.5.2022, της δημόσιας διαβούλευσης, σε νέα συνάντηση με τον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης, που πραγματοποιήθηκε στις 24.5.2022, επανέλαβε τις παρατηρήσεις – προτάσεις της Ένωσης σε επιμέρους διατάξεις του ως άνω σχεδίου νόμου, ενώ παρέδωσε στον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης και σχετικό νέο υπόμνημα. Αρκετές από τις παραπάνω παρατηρήσεις – προτάσεις υιοθετήθηκαν και ενσωματώθηκαν στο σχέδιο νόμου, πριν από την κατάθεση του στην Βουλή των Ελλήνων, που έλαβε χώρα στις 25.5.2022 [άρθρα 18 παρ. 3 εδ. α’ και β’, 19 παρ. 5 περ. β’, 29 παρ. 4 περ. β’, 49 παρ. 5 και 6, 56 παρ. 1, 59 παρ. 10 και 60 παρ. 5 εδ. β’ και γ’ του σχεδίου νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων]. 

    γ) Τέλος, κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας και ψήφισης του σχεδίου νόμου από την Βουλή των Ελλήνων, ανέπτυξε προφορικά στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, στις 31.5.2022, τις παρατηρήσεις – προτάσεις της Ένωσης σε επιμέρους διατάξεις του ως άνω σχεδίου νόμου, ενώ απέστειλε προς τον κ. Πρόεδρο και τα μέλη της εν λόγω Διαρκούς Επιτροπής και σχετικό υπόμνημα. Και κατά την παραπάνω διαδικασία, ένα μέρος των παρατηρήσεων – προτάσεων της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος υιοθετήθηκαν και ενσωματώθηκαν στο σχέδιο νόμου [άρθρα 18 παρ. 2 εδ. α’, 29 παρ. 4 περ. β’, 89 παρ. 9 εδ. β’, 117 παρ. 1 περ. δ’ και 129 παρ. 9 Ν. 4938/2022].

      Ειδικότερα, έγιναν τελικά δεκτές οι προτάσεις μας: 

  1. Για την υπαγωγή στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα μόνον του έκτακτου ελέγχου των συμβολαιογράφων, των φυλάκων μεταγραφών, υποθηκών, νηολογίων, κτηματολογίων, υποθηκολογίων πλοίων και αεροσκαφών, των ληξιάρχων και των υπαλλήλων, επιμελητών και άμισθων δικαστικών επιμελητών, σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση του, με οποιοδήποτε τρόπο, πληροφορία για παράβαση των υποχρεώσεων και απαγορεύσεων που προβλέπονται από το νόμο και από τις λοιπές κανονιστικές διατάξεις ή εγκύκλιους που συνδέονται με την υπηρεσιακή κατάσταση ή την άσκηση του λειτουργήματός τους, καθώς και τη σύννομη κατάρτιση όλων των πράξεων ή εγγράφων που εκδίδουν [άρθρο 29 παρ. 1 εδ. στοιχ. θ’ Ν. 4938/2022: «Στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα υπάγεται: …… θ. ο έκτακτος έλεγχος …»]. 
  2. Για τον περιορισμό της έκδοσης παραγγελίας του εισαγγελέα πρωτοδικών για παράδοση εγγράφων ή χορήγηση αντιγράφων τους σε νομικά ή φυσικά πρόσωπα που έχουν δικαίωμα ή έννομο συμφέρον, μόνο στην περίπτωση που έχει προηγηθεί έγγραφη αιτιολογημένη άρνηση των αναφερόμενων στη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 4 περ. β’ υπηρεσιών [άρθρο 29 παρ. 4 περ. β’ Ν. 4938/2022: «… αν έχει προηγηθεί αποδεδειγμένη µε έγγραφα άρνηση παράδοσης ή χορήγησής τους, …»].
  3. Για την επέκταση της άρσης των κωλυμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 49 παρ. 5 και 6 και για τα δικαστήρια των πόλεων εκείνων, που αποτελούν τις έδρες των εφετείων της Δωδεκανήσου, Δυτικής Στερεάς, Θράκης, Δυτικής Μακεδονίας και Βορείου Αιγαίου, ήτοι για τις πόλεις της Ρόδου, του Αγρινίου, της Κομοτηνής, της Κοζάνης και της Μυτιλήνης [άρθρο 49 παρ. 5 και 6 Ν. 4938/2022: «5. … Αγρινίου, Κομοτηνής, Μυτιλήνης, Κέρκυρας, Ρόδου και Κοζάνης. 6. … Αγρινίου, Κομοτηνής, Μυτιλήνης, Κέρκυρας, Ρόδου και Κοζάνης»].
  4. Για την μη εφαρμογή των κωλυμάτων εντοπιότητας των δικαστικών λειτουργών, που προβλέπονται στο άρθρο 49 παρ. 1 και 2, όταν οι σύζυγοί τους ή τα πρόσωπα με τα οποία συνήψαν σύμφωνο συμβίωσης και ήταν μόνιμα εγκατεστημένοι στην περιφέρεια του δικαστηρίου ή της εισαγγελίας, όπου υπηρετούν, φέρουν την ιδιότητα στελέχους των ενόπλων δυνάμεων ή σωμάτων ασφαλείας [άρθρο 49 παρ. 3 Ν. 4938/2022].
  5. Για την επέκταση της δυνατότητας του συζύγου δικαστικού λειτουργού ή συνδεόμενου με αυτόν με σύμφωνο συμβίωσης να μετατίθεται στην περιφέρεια όπου ο τελευταίος υπηρετεί και στους υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας [άρθρο 60 παρ. 5 Ν. 4938/2022: «5. … καθώς και ο υπηρετών στις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας»].
  6. Για την απομάκρυνση του δικαστικού λειτουργού από την έδρα του κατά τις ημέρες στις οποίες δεν έχει υπηρεσιακή απασχόληση [άρθρο 47 παρ. 4 Ν. 4938/2022].
  7. Για την προσθήκη της δυνατότητας διορισμού, χωρίς διαγωνισμό, των μη διοριστέων σε θέση ισόβιου δικαστικού λειτουργού και των οριστικά παυθέντων, σε ανάλογη προς τα προσόντα τους θέση διοικητικού υπαλλήλου σε δημόσια υπηρεσία, εφόσον έχουν τα προσόντα που προβλέπονται από τον Υπαλληλικό Κώδικα και κρίνονται επαρκείς προς τούτο με την περί απολύσεώς τους απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου [άρθρο 126 παρ. 1 και 2 Ν. 4938/2022: «1. … μη διοριστέοι σε θέση ισόβιου δικαστικού λειτουργού, διορίζονται χωρίς διαγωνισμό σε ανάλογη προς τα προσόντα τους θέση διοικητικού υπαλλήλου, εφόσον έχουν τα προσόντα που προβλέπονται από τον Υπαλληλικό Κώδικα και κρίνονται επαρκείς προς τούτο με την περί απόλυσής τους απόφαση του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου. Το οικείο ανώτατο δικαστικό συμβούλιο διαλαμβάνει στην απόφασή του, αν ο κρινόμενος είναι επαρκής για την άσκηση διοικητικής φύσεως δημόσιας υπηρεσίας. … 2. … Αν το δικαστήριο αποφασίσει την οριστική παύση, διαλαμβάνει συγχρόνως στην απόφασή του, αν ο κρινόμενος επαρκεί για την άσκηση δημόσιας, διοικητικής φύσεως υπηρεσίας. …»].
  8. Για τη μείωση του χρονικού διαστήματος, εντός του οποίου λαμβάνεται υπόψη η πειθαρχική τιμωρία δικαστικού λειτουργού για καθυστέρηση στην εν γένει εκτέλεση των καθηκόντων του τουλάχιστον δύο (2) φορές και εξαιτίας αυτής κρίνεται ο τελευταίος μη προακτέος, από την δεκαετία, που αρχικά προβλεπόταν, στην πενταετία [άρθρο 59 παρ. 10 Ν. 4938/2022: «10. … την τελευταία πενταετία»].
  9. Για την κατάταξη των υποθέσεων από εκείνον που διενεργεί τη χρέωση τους, ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη δυσχέρειά τους, υποχρεωτικά και αποκλειστικά από το ένα (1) που αντιστοιχεί στην λιγότερο απαιτητική έως το πέντε (5) που αντιστοιχεί στην πιο απαιτητική, κατά τη χρέωση τους και όχι μετά την ολοκλήρωση τους [άρθρο 19 παρ. 5 περ. β’ Ν. 4938/2022: «5. … β) … Αντιστοίχως στον κανονισμό των εισαγγελιών θεσπίζεται σύστημα µε το οποίο αυτός που διενεργεί τη χρέωση των υποθέσεων σε κάθε εισαγγελέα τις κατατάσσει κατά τη χρέωση …»].
  10. Για την προσθήκη εδαφίου στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 117, που να προβλέπει ότι σε περίπτωση που ο αρμόδιος για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης, καταλήξει στην κρίση, μετά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, ότι δεν συντρέχει λόγος να ασκηθεί πειθαρχική δίωξη και θέσει την υπόθεση στο αρχείο, τότε η σχετική πράξη να μην αναγράφεται στο μητρώο δικαστικών λειτουργών, να τίθεται στο αρχείο της υπηρεσίας και να μην επιτρέπεται εφεξής να αποτελεί στοιχείο κρίσης του [άρθρο 117 παρ. 11 Ν. 4938/2022: «11. … Η σχετική πράξη δεν αναγράφεται στο μητρώο δικαστικών λειτουργών, τίθεται στο αρχείο της υπηρεσίας και δεν επιτρέπεται να αποτελεί στοιχείο κρίσης του»].
  11. Για την προσθήκη εδαφίου στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 124, που να προβλέπει ότι η απαλλακτική πειθαρχική απόφαση δεν αναγράφεται στο μητρώο του δικαστικού λειτουργού, τίθεται στο αρχείο της υπηρεσίας, όπως και κάθε άλλο σχετικό έγγραφο που περιλήφθηκε στο φάκελο της πειθαρχικής διαδικασίας και δεν επιτρέπεται εφεξής να αποτελούν στοιχείο κρίσης του [άρθρο 124 παρ. 1 Ν. 4938/2022: «1. … Απαλλακτική πειθαρχική απόφαση δεν αναγράφεται στο μητρώο του δικαστικού λειτουργού, τίθεται στο αρχείο της υπηρεσίας, όπως και κάθε άλλο σχετικό έγγραφο που περιλήφθηκε στον φάκελο της πειθαρχικής διαδικασίας και δεν επιτρέπεται να αποτελούν στοιχείο κρίσης του»].
  12. Για την πρόβλεψη δυνατότητας τιμητικής προαγωγής σε προσωποπαγή θέση αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, εισαγγελέα εφετών, που έχει συμπληρώσει τριετία στο βαθμό αυτό και του οποίου η προαγωγή σε Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου δεν είναι άμεσα εφικτή, αποκλειστικά και μόνο λόγω ανυπαρξίας κενής οργανικής θέσης, ενώ επίκειται η αποχώρηση του από το δικαστικό σώμα, λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας [άρθρο 89 παρ. 9 εδ. β’ Ν. 4938/2022].
  13. Για την τροποποίηση της διάταξης του άρθρου 56 παρ. 1 του σχεδίου νόμου, ώστε να απαιτείται η προηγούμενη πρόταση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ως προϊστάμενου όλων των εισαγγελικών λειτουργών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 28 παρ. 4 εδ. β’ του ίδιου ως άνω σχεδίου, σχετικά με την αποστολή στην αλλοδαπή των εισαγγελικών λειτουργών, ανεξαρτήτως ηλικίας, για συμμετοχή σε συνέδρια ή παρακολούθηση βραχυχρόνιων σεμιναρίων ή της οργάνωσης και λειτουργίας ξένων δικαστηρίων [άρθρο 56 παρ. 1 Ν. 4938/2022: «1. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, ύστερα από πρόταση του προέδρου του οικείου ανώτατου δικαστηρίου του κλάδου στον οποίο ανήκει ο δικαστικός λειτουργός ή, αν πρόκειται για εισαγγελικούς λειτουργούς του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, …»].
  14. Για την αφαίρεση της αρμοδιότητας του Προέδρου του Αρείου Πάγου για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης [άρθρο 117 παρ. 1 περ. δ’ Ν. 4938/2022].
  15. Για διατήρηση της διετούς θητείας των διευθυνόντων την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών και τις Εισαγγελίες Πρωτοδικών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, αντί της τριετούς θητείας αυτών, που προέβλεπε το άρθρο 18 παρ. 2 εδ. α’ και 3 εδ. α’ και β’ του σχεδίου νόμου [άρθρο 18 παρ. 2 εδ. α’ και 3 εδ. α’ και β’ Ν. 4938/2022: «2. Η Εισαγγελία Εφετών Αθηνών και οι Εισαγγελίες Πρωτοδικών Αθηνών και Θεσσαλονίκης διευθύνονται από τον εισαγγελέα που εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία από τις ολομέλειες των οικείων εισαγγελιών, οι οποίες συνέρχονται αυτοδικαίως για τον σκοπό αυτό ανά δύο (2) έτη την 11η πρωινή ώρα του τρίτου Σαββάτου του μηνός Σεπτεμβρίου. …. 3. Η θητεία των ανωτέρω είναι διετής. Αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους της εκλογής και λήγει, μετά την πάροδο δυο ετών, την 30ή Σεπτεμβρίου. …»].
  16. Για την απόσυρση της διάταξης του άρθρου 20 παρ. 8 του σχεδίου νόμου, που προέβλεπε ότι όταν για οποιοδήποτε λόγο αναβάλλεται ή ματαιώνεται η ουσιαστική εκδίκαση ποινικής υπόθεσης από το τριμελές πλημμελειοδικείο ή από το ποινικό εφετείο ή το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο ή το Μικτό Ορκωτό Εφετείο αυτή προσδιορίζεται σε δικάσιμο κατά την οποία προεδρεύει ο ίδιος δικαστής [άρθρο 20 Ν. 4938/2022, από την επισκόπηση του οποίου προκύπτει ότι η σχετική διάταξη αποσύρθηκε].
  17. Για την προσθήκη πρόβλεψης ότι από την έναρξη ισχύος του νέου Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ., καταργείται, πέραν του προηγούμενου Ν. 1756/1988 και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξης νόμου, που προβλέπει διαφορετικά για θέματα που ρυθμίζει ο νέος Κώδικας [άρθρο 129 παρ. 9 Ν. 4938/2022: «Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, κάθε γενική ή ειδική διάταξη η οποία είναι αντίθετη προς τις ρυθμίσεις του, καταργείται»].

        Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος διακηρύσσει την αδιαπραγμάτευτη βούληση του να συνεχίσει τις προσπάθειες για τη βελτίωση επιμέρους διατάξεων του ήδη ψηφισθέντος νομοσχεδίου, με άμεσες προτεραιότητες: α) την επαναφορά της αρμοδιότητας του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης για όλους τους εισαγγελικούς λειτουργούς, αρμοδιότητα που αφαιρέθηκε κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου, από προφανή παραδρομή, αφού την ίδια στιγμή, κατά την περ. ζ’ της παρ. 1 του άρθρου 117, παραμένει η σχετική αρμοδιότητα του εισαγγελέα εφετών ή του προϊσταμένου της εισαγγελίας εφετών για τους εισαγγελείς, αντεισαγγελείς πρωτοδικών και παρέδρους της εισαγγελίας και β) της προσθήκης δυνατότητας κάθε δικαστικού λειτουργού, μέχρι τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών από το διορισμό του, να ζητήσει την έξοδό του από την υπηρεσία, σε περίπτωση που αδυνατεί να συνεχίσει να ανταποκρίνεται στα δικαστικά του καθήκοντα ή δεν είναι κατάλληλος για την άσκηση αυτών, εξαιτίας προβλημάτων υγείας ή οποιωνδήποτε άλλων λόγων και αντίστοιχα το διορισμό του στη γραμματεία των δικαστηρίων ή των εισαγγελιών ή σε δημόσια διοικητική θέση, εφόσον έχει τα προσόντα που προβλέπονται από τον Υπαλληλικό Κώδικα και κρίνεται επαρκής προς τούτο με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου.