Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος
  • Αρχική
  • Η Ένωση
    • Ιστορικό
    • Διοικητικό Συμβούλιο
    • Καταστατικό
  • Επίκαιρα Θέματα
  • Εκδηλώσεις
  • Εφημερίδα
  • Ομιλίες / Εισηγήσεις
  • Νομολογία
  • Επικοινωνία
  • Menu Menu
Ανακοινώσεις

Ανακήρυξη των υποψηφίων για την ανάδειξη των μελών νέου διοικητικού συμβουλίου και εξελεγκτικής επιτροπής στις προσεχείς εκλογές ( 21-2-2010 στην Περιφέρεια και 7-3-2010 στην Αθήνα)

             Αγαπητοί συνάδελφοι,

      Σχετικά με τις προσεχείς εκλογές για την ανάδειξη των μελών του νέου διοικητικού συμβουλίου και της εξελεγκτικής επιτροπής, σας ανακοινώνουμε τα ονόματα των υποψηφίων μετά την ανακήρυξή τους από το Δ.Σ. της Ενώσεως :

                 ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΑΔΑΜΗΣ Παρασκευάς (Πάρης) ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΒΕΡΓΩΝΗΣ Ευστάθιος                     ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ Μαρία           ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΖΗΜΙΑΝΙΤΗΣ Δημήτριος                 ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΚΑΛΛΙΔΗΣ   Νικόλαος                       ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΕΦΕΤΩΝ

ΜΑΡΚΑΚΗΣ Νικόλαος                     ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΜΗΤΡΟΥ Αικατερίνη               ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΜΗΤΡΟΥΛΙΑΣ Δημήτριος               ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΜΠΟΤΣΑ Θεοδώρα                           ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΜΠΡΑΚΟΥΜΑΤΣΟΣ Παναγιώτης     ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΕΦΕΤΩΝ

ΟΡΝΕΡΑΚΗΣ Νικόλαος           ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Παναγιώτης ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΕΦΕΤΩΝ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Ευφροσύνη ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΠΑΝΤΕΛΑΚΗ Ελευθερία                 ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ Ρούσσος-Εμανουήλ     ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Πόπη               ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΣΑΒΒΑΪΔΗΣ Δημήτριος                   ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΣΑΚΚΑΣ Ιωάννης                             ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΣΚΕΠΑΡΝΙΑ Ελένη                           ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΣΤΑΘΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ Ευγενία ΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ Ανδρομέδα       ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ Ευθυμία   ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

                                   

           ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

ΔΟΥΒΑΣ   Γεώργιος                     ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

ΚΑΤΕΒΑΤΗΣ   Ανδρέας               ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΕΦΕΤΩΝ

ΚΟΣΜΑ Αλεξάνδρα                   ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

     Όπως ήδη έχει ανακοινωθεί οι εκλογές θα διεξαχθούν την Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010 για τις εκτός Αττικής Εισαγγελίες και την Κυριακή 7 Μαρτίου 2010 για τις Εισαγγελίες της Αθήνας και του Πειραιά.   Το σχετικό εκλογικό υλικό στις εκτός Αττικής Εισαγγελίες θα αποσταλεί έγκαιρα.

       Σας υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.1 του καταστατικού μας   « Η Διοίκηση   της Ένωσης ασκείται από Διοικητικό Συμβούλιο που αποτελείται από εννέα (9) μέλη, που εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία για μια διετία. Από τα εννέα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου τα έξι (6) προέρχονται από Εισαγγελικούς Λειτουργούς του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, από αυτούς δε, δύο τουλάχιστον είναι Εισαγγελείς Πρωτοδικών, τα υπόλοιπα δε τρία (3) μέλη προέρχονται από Εισαγγελικούς Λειτουργούς του δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας ή του Αρείου Πάγου, από τους οποίους ένας (1) τουλάχιστον από τον ανώτατο βαθμό, δηλαδή Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ή Εισαγγελέας Εφετών ».

      Σας υπενθυμίζουμε επίσης ότι σύμφωνα με τα άρθρα 9 παρ. 4 και 19 παρ.2 του καταστατικού, κάθε εκλογέας μπορεί να θέσει στο ψηφοδέλτιο μέχρι και πέντε (5) σταυρούς προτίμησης για τα υποψήφία μέλη του διοικητικού συμβουλίου, ενώ για τα υποψήφια μέλη της εξελεγκτικής επιτροπής μέχρι και δύο (2) σταυρούς.

       Οι κ. Προϊστάμενοι των Εισαγγελιών παρακαλούνται για την διανομή της παρούσας σε όλους τους Εισαγγελικούς Λειτουργούς της Εισαγγελίας.

 

                                    Με συναδελφικούς χαιρετισμούς

 

                Για το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Ε.Ε.

Ο Πρόεδρος

Σωτήριος Μπάγιας

Αντεισαγγελέας Εφετών

Ο Γεν. Γραμματέας

Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος

Αντεισαγγελέας Εφετών

14/01/2010/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2010-01-14 15:17:372010-01-14 15:17:37Ανακήρυξη των υποψηφίων για την ανάδειξη των μελών νέου διοικητικού συμβουλίου και εξελεγκτικής επιτροπής στις προσεχείς εκλογές ( 21-2-2010 στην Περιφέρεια και 7-3-2010 στην Αθήνα)
Ανακοινώσεις

Ανακοίνωση διεξαγωγής αρχαιρεσιών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΡΧΑΙΡΕΣΙΩΝ

         Οι αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των μελών του νέου Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΝΩΣΗΣ μας, θα διεξαχθούν μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και σύμφωνα με το άρθρο 9 του καταστατικού, την Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010 για τις Εισαγγελίες της Περιφέρειας και την μεθεπομένη Κυριακή 7 Μαρτίου 2010 για τις Εισαγγελίες της Αθήνας και του Πειραιά.

         Όσοι συνάδελφοι επιθυμούν να θέσουν υποψηφιότητα για θέση μέλους του νέου Διοικητικού Συμβουλίου ή της Εξελεγκτικής Επιτροπής, παρακαλούνται να καταθέσουν σχετική γραπτή δήλωση προς το Διοικητικό Συμβούλιο. Η δήλωση πρέπει να συνοδεύεται από παράβολο πενήντα ευρώ (50) που θα πρέπει να κατατεθεί  –  σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.4 του καταστατικού – μέχρι και την 12η Ιανουαρίου 2010 ημέρα Τρίτη. Η δήλωση υποψηφιότητας μπορεί και να αποσταλεί και με FAX στο 210 8254211.

                          Για το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Ε.Ε.

      Ο Πρόεδρος  κ.α.α.

       Ο Αντιπρόεδρος

 Παναγιώτης Μπρακουμάτσος

    Αντεισαγγελέας Εφετών

    Ο Γεν. Γραμματέας

Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος

    Αντεισαγγελέας Εφετών

18/12/2009/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2009-12-18 15:16:042009-12-18 15:16:04Ανακοίνωση διεξαγωγής αρχαιρεσιών
Ανακοινώσεις

Ομιλία Προέδρου κ.Μπάγια στην 25η Τακτική Γενική Συνέλευση

                                   -1-

 ΟΜΙΛΙΑ

 Του Προέδρου της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος Σωτηρίου Μπάγια, Αντεισαγγελέα Εφετών, στην 25η Γενική Συνέλευση της Ενώσεως Εισαγγελέων Ελλάδος.

Αθήνα,29-11-2009

       Χαιρετισμοί – Προσφωνήσεις επισήμων.

  Κυρίες και κύριοι,

 Εισαγωγή: Το εισαγωγικό – εναρκτήριο μέρος της Γενικής Συνελεύσεως της Ένωσής μας έχει, εδώ και χρόνια, καθιερωθεί ως ένα έγκυρο και επίσημο «forum», στο οποίο όλοι οι συναρμόδιοι φορείς για τη δικαιοσύνη (υπουργός Δικαιοσύνης, επικεφαλής δικαστηρίων και εισαγγελιών, δικαστικές ενώσεις, δικηγορικοί σύλλογοι, εκπρόσωποι των δικαστικών υπαλλήλων και άλλοι συναφείς φορείς) εκθέτουν δημόσια τις απόψεις τους για την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο της δικαιοσύνης και καταθέτουν τις προτάσεις τους. Από την πλευρά μας σταθερή βασική επιλογή μας αποτελεί η περιγραφή των προβλημάτων σε όλο τους το μέγεθος με ακρίβεια και χωρίς εξωραϊσμούς, ακόμα και όταν αυτά αφορούν στην εσωτερική λειτουργία της δικαιοσύνης. Θα έλεγα ιδίως όταν αφορούν στην εσωτερική λειτουργία της δικαιοσύνης.

                                         -2-

                 Κυρίες και κύριοι, θεωρώ ότι όλοι μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι η κατάσταση που επικρατεί στη λειτουργία της δικαιοσύνης στη χώρα μας κάθε άλλο παρά ευχάριστη μπορεί να χαρακτηρισθεί και ασφαλώς κανένας από εμάς δεν μπορεί να αισθάνεται ευτυχής ή υπερήφανος για την κατάσταση αυτή.

                 ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ που συνθέτουν το όλο πρόβλημα της ελληνικής δικαιοσύνης συνοψίζονται στα εξής:

                 Βραδύτητα απονομής: Αποτελεί το διαχρονικά πρωταρχικό πρόβλημα της ποινικής δικαιοσύνης. Αρκεί να αναφέρει κανείς ότι αμετάκλητη απόφαση για τα πλημμελήματα εκδίδεται κατά μέσο όρο μετά από πέντε έως έξι χρόνια από την τέλεσή τους και για τα κακουργήματα από δέκα έως δώδεκα χρόνια. Τα αίτια που προκαλούν το δυσμενές αυτό φαινόμενο είναι τα ακόλουθα;

 Πολυνομία – άκρατη ποινικοποίηση των παραβατικών κοινωνικών συμπεριφορών: Είμαστε μακράν η πρώτη χώρα στην Ευρώπη σε αριθμό ποινικών αδικημάτων από νομοθετική άποψη. Η εξήγηση ανάγεται κυρίως στην αδυναμία της δημόσιας διοίκησης να εφαρμόσει αυτοτελώς τις νομοθετικές προβλέψεις, αλλά – ως ένα βαθμό – και στη φιλοδικία που διακρίνει τον έλληνα πολίτη. Συνέπεια του φαινομένου αυτού αποτελεί η σώρευση εξαιρετικά μεγάλου όγκου ποινικών υποθέσεων που είναι πραγματικά αδύνατο να αντιμετωπισθεί από τον υπάρχοντα αριθμό δικαστικών λειτουργών κα υπαλλήλων και μάλιστα με τις υφιστάμενες ανεπαρκέστατες υλικοτεχνικές υποδομές. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών ο αριθμός των μηνύσεων για το έτος 2009 αναμένεται μετά βεβαιότητος να ξεπεράσει τις 300.000, ενώ ανάλογη είναι η                         κατάσταση και στις Εισαγγελίες Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης (πάνω

                                          -3-

από 80.000 μηνύσεις) και Πειραιά (πάνω από 30.000 μηνύσεις). Συνολικά ο αριθμός των μηνύσεων (και των αντίστοιχων ποινικών υποθέσεων) σε ολόκληρη τη χώρα για το έτος 2009 αναμένεται με βεβαιότητα ότι θα ξεπεράσει τις 750.000. Το χειρότερο ίσως είναι ότι μέσα στον «ορυμαγδό» αυτόν των εκατοντάδων χιλιάδων ποινικών υποθέσεων, υποβαθμίζονται («χάνονται») και οι αληθινά σημαντικές και σπουδαίες υποθέσεις, που – σύμφωνα με παλαιότερη έρευνα της Ένωσής μας – δεν ξεπερνούν σε ποσοστό το 8% του συνολικού αριθμού των ποινικών υποθέσεων. Δηλαδή οι αληθινά αξιόλογες ποινικές υποθέσεις δεν ξεπερνούν τις 60.000 κατ’ έτος και οι υπόλοιπες, 700.000 περίπου, αφορούν ήσσονος σημασίας αδικήματα.   Η πρότασή μας παραμένει σταθερή και αμετακίνητη : Απαιτείται ευρείας έκτασης αποποινικοποίηση των ήσσονος σημασίας ποινικών αδικημάτων και αντικατάσταση, στις περιπτώσεις αυτές, των ποινών από διοικητικές κυρώσεις.

  1. Εξαιρετικά γραφειοκρατική δικονομία: Η ποινική δικαιοσύνη στη χώρα μας απονέμεται με ένα νομοθέτημα (τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας), που θεσπίστηκε το 1950, προφανώς για να ανταποκριθεί στις ανάγκες της εποχής εκείνης. Παρά τις κατά καιρούς τροποποιήσεις του (επιτυχείς ή ανεπιτυχείς) είναι προφανές ότι απαιτείται η ριζική μεταρρύθμισή του. Για την ακρίβεια απαιτείται η αντικατάστασή του από ένα νέο κώδικα που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας. Για εμάς την Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, κεντρική πρόταση αποτελεί το αξίωμα (που ισχύει σε όλες σχεδόν τις δικαιικά αναπτυγμένες χώρες) «ο εισαγγελέας αποφασίζει ποιος θα καταστεί κατηγορούμενος και ο δικαστής αποφασίζει αν ο

                                         -4-

κατηγορούμενος είναι αθώος ή ένοχος». Προς το παρόν, ως άμεσο μέτρο, προτείνουμε στις υποθέσεις που απαιτείται η έκδοση παραπεμπτικού βουλεύματος, το βούλευμα να είναι ένα (είτε του συμβουλίου πλημμελειοδικών είτε του συμβουλίου εφετών), χωρίς δυνατότητα άσκησης αναίρεσης.

  1. Έλλειψη στη δικαιοσύνη αυτοτελών ελεγκτικών – ανακριτικών μηχανισμών, τουλάχιστον για τις μείζονος σημασίας ποινικές υποθέσεις: Έχει καταστεί πλέον αδήριτη η ανάγκη ίδρυσης και λειτουργίας δικαστικής αστυνομίας, αρχικά στις μεγάλες εισαγγελίες της χώρας και στη συνέχεια και στις υπόλοιπες. Για το ζήτημα αυτό η Ένωσή μας έχει καταθέσει επανειλημμένα αναλυτικές προτάσεις.
  1. Αναβολές εκδίκασης των υποθέσεων στα ακροατήρια των ποινικών δικαστηρίων: Από μία πρώτη έρευνα του ζητήματος, προέκυψε ότι ο αριθμός των αναβολών στις σημαντικές υποθέσεις (ιδίως αυτές που υπάρχει σφοδρή αντιδικία) ανέρχεται, κατά μέσο όρο, σε τέσσερις στον πρώτο βαθμό και σε πέντε στον δεύτερο. Για το θέμα αυτό η Ένωσή μας επεξεργάζεται ήδη μια συγκεκριμένη πρόταση με κεντρική ιδέα τον ορισμό του ίδιου προεδρεύοντα (που κληρώθηκε στην αρχική εκδίκαση) σε κάθε μετ’ αναβολή συζήτηση. Θεωρούμε ότι μερίδιο ευθύνης για το φαινόμενο του υπερβολικά μεγάλου αριθμού αναβολών έχουν και ορισμένοι από τους δικηγόρους, οι οποίοι έχουν εξαιρετικά μεγάλο αριθμό υποθέσεων που υπερασπίζονται, με συνέπεια να είναι αδύνατη η καθημερινή παράστασή τους σε δύο ή περισσότερα δικαστήρια ταυτόχρονα.
  1. Διαχρονική απάθεια και αδιαφορία των εκάστοτε κυβερνήσεων να λάβουν έγκαιρα και αποτελεσματικά μέτρα:

                                         –5-

Βασική αιτία της απάθειας αυτής αποτελεί το γεγονός ότι η όλη κατάσταση δεν επάγεται ουσιώδες πολιτικό (ή για να ακριβολογούμε κομματικό) κόστος για την εκάστοτε κυβέρνηση. Οι πολίτες που ταλαιπωρούνται καθημερινά, βιώνοντας τη θλιβερή πραγματικότητα, στρέφουν και εκτονώνουν τη δίκαιη αγανάκτηση και οργή τους σε βάρος των δικαστικών λειτουργών και των δικαστικών υπαλλήλων, καθώς και – σε ορισμένες περιπτώσεις – σε βάρος των δικηγόρων. Σπάνια ο πολίτης ανατρέχει σε κυβερνητικές ευθύνες για τις απαράδεκτες συνθήκες υπό τις οποίες αναζητεί το δίκιο του. Είναι γεγονός ότι υπήρξαν ορισμένοι υπουργοί Δικαιοσύνης που προσπάθησαν ειλικρινά και φιλότιμα να επιλύσουν το κεφαλαιώδες ζήτημα της βραδύτητας στην απονομή της δικαιοσύνης. Και εκείνοι όμως θεωρώ ότι υπέπεσαν σε ένα θεμελιώδες σφάλμα. Επιχείρησαν να δώσουν λύσεις με μέτρα περιστασιακά, χωρίς προγραμματισμό και με βραχυπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα δύο ή το πολύ τριών ετών. Όμως, τα επιμέρους προβλήματα είναι συσσωρευμένα εδώ και δεκαετίες. Γι’ αυτό και απαιτείται μακροχρόνιος σχεδιασμός, με σταδιακή λήψη μέτρων και με συγκεκριμένους στόχους και προοπτικές. Απαιτείται ιδίως τα μέτρα να έχουν ριζοσπαστικό χαρακτήρα και να στηρίζονται σε διάθεση για τομές και ρήξεις. Αλλά βέβαια για όλα αυτά προεχόντως απαιτείται ισχυρή και αταλάντευτη πολιτική βούληση.

         Δυσμενείς συνέπειες: Η όλη κατάσταση που επικρατεί στην απονομή της δικαιοσύνης επάγεται δυσμενείς συνέπειες όχι μόνο για κάθε πολίτη μεμονωμένα, αλλά και για το σύνολο της κοινωνίας μας. Για την ίδια τη λειτουργία του κράτους συνολικά.

                                         -6-

Πρέπει επιτέλους να γίνει συνείδηση ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη του κράτους με τη Δικαιοσύνη σ’ αυτή την κατάσταση. Η εύρυθμη λειτουργία της Δικαιοσύνης αποτελεί την βασική υποδομή για την ανάπτυξη κάθε σύγχρονου κράτους, όχι μόνο από άποψη κοινωνική ή πολιτιστική αλλά ακόμη και από στενά οικονομική. Είναι γεγονός, αναγνωρισμένο σε διεθνές οικονομικό επίπεδο, ότι ουσιώδης ανασχετικός παράγων για ξένες επενδύσεις στη χώρα μας αποτελεί η βραδύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, διότι πράγματι οποιαδήποτε δικαστική εμπλοκή – εξαιτίας της βραδύτητας στην έκδοση της σχετικής απόφασης – μπορεί να έχει καταστροφικές επιπτώσεις ακόμη και σε μια απολύτως υγιή οικονομική επένδυση. Παράλληλα, πρόδηλες είναι οι δυσμενείς συνέπειες και στη λειτουργία της ίδιας της δημοκρατίας μας, ιδιαίτερα όταν οι υποθέσεις που βραδυπορούν στην εκδίκασή τους έχουν και πολιτικές επιπτώσεις με πολλαπλές πολυδιάστατες συνέπειες. Δυσμενείς έως καταστρεπτικές για τους πολιτικούς που κατηγορούνται άδικα και αντίστοιχα ευμενείς γι’ αυτούς που όντως διέπραξαν κάποιο ποινικό αδίκημα. Έτσι δίκαια ως ένα βαθμό διαχέεται η αντίληψη στους πολίτες περί γενικευμένης ατιμωρησίας, με αποτέλεσμα τη διόγκωση της διαφθοράς στην εν γένει δημόσια διοίκηση. Ειδικά όμως για τα αδικήματα που αφορούν σε πολιτικά πρόσωπα, δεν είναι μόνο η βραδύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης που ενισχύει την προαναφερθείσα αντίληψη. Η εξαιρετική νομοθετική μεταχείριση των πολιτικών προσώπων για ποινικά αδικήματα που ενδεχομένως διέπραξαν, ασφαλώς συμβάλλει στην ενίσχυση της περί ατιμωρησίας αντίληψης. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο υφιστάμενος νόμος «περί ευθύνης υπουργών» (Ν. 3126/03), στο

                                         -7-

πρόσφατο παρελθόν όντως δεν εφαρμόστηκε με ακρίβεια   και συνέπεια, είναι προφανές ότι ο νόμος αυτός είναι ανεπαρκής και εν πολλοίς άδικος, αφού άλλωστε αντίκειται στη θεμελιώδη επιταγή του άρθρου 4 § 1 του Συντάγματος ότι «όλοι οι Έλληνες πολίτες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου». Κατά συνέπεια απαιτείται ριζική μεταρρύθμιση του νομικού πλαισίου για την ποινική ευθύνη υπουργών, που όμως κατ’ ουσίαν μπορεί να επιτευχθεί στην επόμενη Συνταγματική Αναθεώρηση. Μέχρι τότε το νομοθετικό πλαίσιο δεν μπορεί να αλλάξει ουσιαστικά.

                Ωστόσο, η βραδύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης δεν αποτελεί αιτία μόνον των προαναφερθέντων φαινομένων και αντιλήψεων. Αποτελεί το κεφαλαιώδες αίτιο και για καταστάσεις για τις οποίες συνηθέστατα τα αίτια αναζητούνται άδικα στα πρόσωπα δικαστικών λειτουργών. Για παράδειγμα στις περιπτώσεις παραγραφής υποθέσεων, όχι σπάνια, αναζητούνται ευθύνες των δικαστικών λειτουργών που χειρίσθηκαν τις υποθέσεις αυτές. Μπορεί να υπάρχει τέτοια ευθύνη. Ασφαλώς όμως η παραγραφή κάποιας υποθέσεως – ακόμη και στο στάδιο της προδικασίας – δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ευθύνη του δικαστικού λειτουργού που χειρίσθηκε την υπόθεση. Η άποψη, εξάλλου, ότι ο μεγάλος αριθμός προσωρινά κρατουμένων στις φυλακές της χώρας οφείλεται σε αυστηρότητα των αρμόδιων δικαστικών λειτουργών δεν είναι βάσιμη. Πράγματι, ο αριθμός των προσωρινά κρατουμένων είναι υπερβολικά μεγάλος. Αυτό όμως οφείλεται στο γεγονός ότι οι σχετικές υποθέσεις εκδικάζονται μετά από δώδεκα έως δεκαπέντε μήνες κατά μέσο όρο. Εάν ο χρόνος αυτός μπορούσε να μειωθεί στο μισό (έξι έως επτά μήνες) είναι προφανές ότι ο αριθμός των προσωρινά κρατουμένων θα είχε

                                         -8-

μειωθεί στο μισό. Κατά συνέπεια είναι προφανές ότι και το συγκεκριμένο φαινόμενο, του μεγάλου αριθμού προσωρινά κρατουμένων, έχει ως βασική αιτία του τη βραδύτητα των ρυθμών απονομής της ποινικής δικαιοσύνης.

                Έλλειμμα εμπιστοσύνης των πολιτών: Ένα εξαιρετικά δυσμενές αποτέλεσμα της απαράδεκτης βραδύτητας στην απονομή της δικαιοσύνης – ενδεχομένως το δυσμενέστερο αποτέλεσμα – αποτελεί το έλλειμμα εμπιστοσύνης των πολιτών έναντι του θεσμού. Οι πολίτες έχουν μειωμένο αίσθημα εμπιστοσύνης έναντι της δικαιοσύνης, όχι γιατί δεν πιστεύουν ότι θα βρουν το δίκιο τους, αλλά γιατί γνωρίζουν (και είναι αλήθεια) ότι θα το βρουν μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα (ετών) ώστε, το όποιο δίκιο τους θα έχει ατονήσει τόσο σημαντικά που σχεδόν θα έχει εξαλειφθεί. Το έλλειμμα αυτό εμπιστοσύνης επιτάθηκε τα τελευταία χρόνια ως συνέπεια της γνωστής ιστορίας του λεγόμενου «παραδικαστικού» και των δυσμενών επιπτώσεων που η ιστορία αυτή είχε για το κύρος και την αξιοπιστία του θεσμού της δικαιοσύνης και των δικαστικών λειτουργών. Αναμφίβολα η όλη διαδικασία αποτέλεσε και αποτελεί μια σημαντική προσπάθεια αυτοκάθαρσης και τιμωρίας επίορκων δικαστών και εισαγγελέων. Τα όσα όμως συνόδευσαν την προσπάθεια αυτή και ιδίως οι γενικεύσεις και οι απαράδεκτοι χαρακτηρισμοί για το σύνολο των δικαστικών λειτουργών (απότοκοι ανεπίτρεπτων διαρροών και φημών, που δυστυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις εκπορεύτηκαν από το εσωτερικό της δικαιοσύνης) προξένησαν τεράστια βλάβη στο κύρος του θεσμού και στην αξιοπρέπεια των λειτουργών του. Θεωρώ ότι η βλάβη αυτή είναι εξαιρετικά δυσεπανόρθωτη και θα απαιτηθεί μεγάλη, μακροχρόνια και

                                        -9-

συνεπής προσπάθεια για την πλήρη αποκατάστασή της στο μέλλον. – Γεγονός πάντως είναι ότι το έλλειμμα εμπιστοσύνης προς τη Δικαιοσύνη δεν πρόκειται να καλυφθεί όσο παραμένει ο πρωταρχικός γενεσιουργός παράγοντας, δηλαδή η βραδύτητα στην εκδίκαση των υποθέσεων. Πέρα από τα μέτρα που προαναφέραμε (ευρείας έκτασης αποποινικοποίηση, απλούστευση των δικονομικών διαδικασιών, περιορισμός των αναβολών, λειτουργία δικαστικής αστυνομίας), είναι προφανές ότι απαιτούνται συγχρόνως και άλλα αυτονόητα εν πολλοίς μέτρα και συγκεκριμένα: * πλήρης μηχανοργάνωση των εισαγγελιών και δικαστηρίων και αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία για τη διεκπεραίωση της δικαστικής ύλης, για την επικοινωνία και συνεργασία των δικαστικών αρχών της χώρας, για την ενημερότητα του αρχειακού υλικού και ιδιαίτερα του ποινικού μητρώου. * Κτιριακός εξωραϊσμός των δικαστικών καταστημάτων και ανέγερση νέων σύγχρονων δικαστικών κτιρίων, όπου απαιτείται, με στόχο την αξιοπρεπή στέγαση όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας. * Σταδιακή αύξηση των θέσεων των δικαστικών λειτουργών σε ποσοστό 5% κατ’ έτος και συνολικά 25% στο τέλος του πενταετούς προγράμματος. * Καθιέρωση του θεσμού της εθελουσίας εξόδου σε μόνιμη βάση, ώστε ανά πενταετία να εξέρχονται του δικαστικού σώματος όσοι δικαστικοί λειτουργοί αδυνατούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους για λόγους ψυχικής ή σωματικής υγείας.

                Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και των δικαστικών λειτουργών: Ασφαλώς όμως – πέρα και ανεξάρτητα από όλα

                                        -10-

όσα προαναφέρθηκαν – κεντρικό μέγεθος στη λειτουργία της Δικαιοσύνης αποτελούν οι ίδιοι οι δικαστικοί λειτουργοί. Οι δικαστές και οι εισαγγελείς της χώρας. Αυτοί που καλούνται τελικά – μέσα στις προαναφερθείσες συνθήκες νομοθεσίας και υποδομών – να απονείμουν τη δικαιοσύνη ή να συμβάλλουν στην απονομή της. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί η διασφάλιση τόσο της «εξωτερικής» όσο και της «εσωτερικής» ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών.

                Σε θεσμικό επίπεδο υπάρχουν σαφή ελλείμματα. Και δεν αναφερόμαστε μόνο στο γεγονός της επιλογής των προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων και του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου από την εκάστοτε κυβέρνηση. Η ανάθεση καθαρά διοικητικών καθηκόντων σε δικαστικούς λειτουργούς, παρά τη ρητή συνταγματική απαγόρευση, δεν δημιουργεί – αλήθεια – πρόδηλες   σχέσεις σύνδεσης και αλληλοεξάρτησης μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας; (Παραδείγματα: αποσπάσεις εισαγγελέων στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, «αθλητικοί δικαστές» κ.λ.π). Ακόμη και η οικονομική εξάρτηση των δικαστηρίων και εισαγγελιών, για την αντιμετώπιση των λειτουργικών αναγκών τους από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, δεν επηρεάζει – ως ένα βαθμό – τη λειτουργική τους αυτοτέλεια και αυτονομία; Συναφές είναι και το ζήτημα των αποδοχών των δικαστικών λειτουργών, που αντί να είναι σταθερά σύμφωνες με την οικεία συνταγματική επιταγή (άρθρο 88 § 2 του Σ.), επαφίενται στη βούληση της εκάστοτε Κυβέρνησης.

                Αλλά και στην εσωτερική λειτουργία της Δικαιοσύνης υπάρχουν, άραγε, όλες εκείνες οι απαραίτητες προϋποθέσεις και συνθήκες, ώστε ο μέσος εισαγγελέας και δικαστής να αισθάνεται

                                         -11-

ήρεμος, ήσυχος, νηφάλιος και απερίσπαστος; Ομιλούμε για το μέσο εισαγγελέα και δικαστή. Αυτόν που μοχθεί φιλότιμα – πολλές φορές με αυταπάρνηση – για να ανταποκριθεί με επάρκεια στα καθήκοντά του παρά τον τεράστιο φόρτο εργασίας. Αυτόν που εργάζεται καθημερινά, χωρίς, στις περισσότερες περιπτώσεις, να γνωρίζει τι σημαίνει ωράριο, τι σημαίνουν Κυριακές και αργίες. Ομιλούμε για τον δικαστικό λειτουργό που ασφαλώς δεν αποφεύγει τα λάθη, προσπαθεί όμως με κάθε τρόπο να τα αποφύγει. Αυτόν που δικαιούται – σε τελική ανάλυση – σε κάποιες περιόδους της πολυετούς λειτουργίας του ακόμη και να παρουσιάσει κάποια παροδική κάμψη στην υπηρεσιακή του απόδοση. Πόσο αληθινά ανεξάρτητος αισθάνεται ο δικαστικός αυτός λειτουργός; Όταν είναι έτοιμοι οι πάντες να του επιτεθούν στο παραμικρό σφάλμα του, ιδίως όταν η υπόθεση που χειρίζεται βλέπει το φως της δημοσιότητας. Πόσο ανεξάρτητος αισθάνεται ο δικαστικός λειτουργός, όταν η αναφορά οποιουδήποτε κακόπιστου ή ιδιόρρυθμου διαδίκου προκαλεί αυτόματα πειθαρχικό έλεγχο και καλείται για παροχή εξηγήσεων. Ιδίως όμως πόσο ήρεμος και νηφάλιος αισθάνεται ο δικαστικός λειτουργός όταν έχει μόνιμες αμφιβολίες και ανησυχίες για την υπηρεσιακή κατάσταση και εξέλιξή του, αφού οι σχετικές αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου δεν αιτιολογούνται, ούτε υπάρχουν μόνιμα, σταθερά και αντικειμενικά κριτήρια, με βάση τα οποία πραγματοποιούνται οι υπηρεσιακές μεταβολές (προαγωγές, μεταθέσεις, αποσπάσεις).

                Για τους λόγους αυτούς είναι προφανής η αναγκαιότητα καθιέρωσης σταθερών και αντικειμενικών κριτηρίων για κάθε υπηρεσιακή μεταβολή δικαστών και εισαγγελέων, καθώς και η

                                          -12-

ειδική αιτιολογία όλων των σχετικών αποφάσεων του Α.Δ.Σ – ιδιαίτερα αυτών που έχουν δυσμενείς επιπτώσεις για την υπηρεσιακή κατάσταση των δικαστικών λειτουργών. Για την εξάλειψη, εξάλλου, κάθε αμφισβήτησης ή υπόνοιας μεροληψίας για τον τρόπο χειρισμού των υποθέσεων εκείνων που εύλογα προκαλούν μείζον κοινωνικό και πολιτικό ενδιαφέρον, απαιτείται – το έχουμε προτείνει επανειλημμένα – η ανάθεση των υποθέσεων αυτών στους εισαγγελείς και ανακριτές των περιφερειών των δικαστηρίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά να γίνεται κατόπιν κληρώσεως. Ειδικότερα στις εισαγγελίες η κλήρωση να γίνεται μεταξύ των εισαγγελέων που θα προεπιλέγονται στην έναρξη κάθε δικαστικού έτους σε αριθμό που θα αντιστοιχεί με το 1/3 των εισαγγελέων που θα υπηρετούν στις εισαγγελίες αυτές.

                Η κατάργηση, τέλος, του θεσμού του αυτοδιοίκητου των μεγάλων εισαγγελιών και δικαστηρίων της χώρας αποτέλεσε, έμμεσο μεν αλλά ουσιώδες πλήγμα στη λειτουργική ανεξαρτησία των εισαγγελέων και δικαστών. Δεν είναι δυνατόν οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης που αποφαίνονται για την προσωπική ελευθερία, την περιουσία, την τιμή και την υπόληψη των πολιτών της χώρας, να θεωρούνται ανώριμοι να αυτοδιοικηθούν. Δεν μπορούμε να λέμε στους πολίτες ότι πρέπει να εμπιστεύονται τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, όταν θεωρούμε τους τελευταίους ανίκανους να επιλέξουν αυτούς που διοικούν τα δικαστήρια και τις εισαγγελίες στις οποίες υπηρετούν.

                Ειδικά η ανεξαρτησία του εισαγγελέα: Ειδικότερα για τον εισαγγελέα είναι προφανές ότι η συνταγματική αναγωγή του σε ισόβιο δικαστικό λειτουργό, με ανεξαρτησία και αυτοτέλεια γνώμης και κρίσης, στην πράξη πλήττεται και προσβάλλεται με τρόπο

                                         -13-

βάναυσο πολλές φορές. Κύριο άλλοθι – ή πρόσχημα σε πολλές περιπτώσεις – αποτελεί η διάταξη περί ιεραρχικής εξάρτησης. Μια διάταξη που προφανώς είναι ασύμβατη με το συνταγματικά κατοχυρωμένο ρόλο που καλείται να επιτελέσει ο σύγχρονος εισαγγελέας (ανεξαρτήτως βαθμού) ως ισόβιος δικαστικός λειτουργός. Μια διάταξη αναχρονιστική, εμπνευσμένη από αντιλήψεις μακρινών καιρών, όταν ο εισαγγελέας ήταν κρατικός υπάλληλος και αποτελούσε το μακρύ χέρι της εκτελεστικής εξουσίας μέσα στη δικαιοσύνη. Τι σημαίνει αλήθεια το – όχι σπάνιο – γεγονός, που ακούγεται ή γράφεται (χωρίς να διαψεύδεται)   ότι ανώτερος κατά βαθμό εισαγγελέας ζήτησε να ενημερωθεί για κάποια εκκρεμή υπόθεση από τον εισαγγελέα που χειρίζεται τη συγκεκριμένη υπόθεση; Η θεμελιώδης διάταξη του άρθρου 19 § 3 που απαγορεύει αυστηρά κάθε συμβουλή, οδηγία ή προτροπή σε δικαστικό λειτουργό (και μάλιστα την αναγορεύει σε πειθαρχικό αδίκημα) δεν παραβιάζεται και μάλιστα με τρόπο θεαματικό; Αναμφισβήτητα λοιπόν η διάταξη αυτή περί ιεραρχικής εξάρτησης – παρότι υπό το φως των σύγχρονων νομικών εξελίξεων θα έπρεπε να νοείται ως καθαρά διοικητική – έχει επανειλημμένα παρερμηνευθεί ως εκτεινόμενη και σε θέματα δικαιοδοτικής κρίσεως, με τραυματικές επιπτώσεις για την αξιοπιστία και το κύρος του εισαγγελικού θεσμού, αλλά και τη λειτουργική ανεξαρτησία του (κάθε) εισαγγελέα. Πρωταρχική λοιπόν και άμεση είναι η αναγκαιότητα κατάργησης της συγκεκριμένης διάταξης.

                Επίλογος: Κυρίες και κύριοι, η περίοδος που διανύει στον παρόντα χρόνο η δικαιοσύνη της χώρας μας είναι «περίοδος

                                          -14-

νηνεμίας», υπό την έννοια ότι τα φώτα της δημοσιότητας δεν είναι αυστηρά προσηλωμένα στη λειτουργία της. Ίσως είναι η πιο κατάλληλη περίοδος για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας της, της έγκαιρης απονομής της και την κατοχύρωση της πλήρους ανεξαρτησίας της. Με διάθεση για τομές και ρήξεις, με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, με όραμα και προοπτική για το μέλλον.

                Κύριε Υπουργέ της Δικαιοσύνης, ακούσαμε με προσοχή τις πρόσφατες προγραμματικές σας εξαγγελίες. Στα κεντρικά σημεία των εξαγγελιών σας συμπίπτουμε και συμφωνούμε απόλυτα. Ιδιαίτερα στα μέτρα που θα θωρακίσουν την εσωτερική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και τη θεσμική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, αλλά και θα συμβάλλουν ουσιαστικά στην έγκαιρη απονομή της. Επιτρέψτε μας όμως να αμφιβάλλουμε. Ακόμη και να είμαστε δύσπιστοι. Ανάλογες εξαγγελίες έχουμε ακούσει και κατά το παρελθόν. Όμως ελάχιστα έως καθόλου οι εξαγγελίες αυτές υλοποιήθηκαν. Δεν αμφισβητούμε τις καλές προθέσεις σας. Αμφιβάλλουμε για την υπέρβαση των εμποδίων που θα προβληθούν στην υλοποίηση των προθέσεων. Και τα εμπόδια αυτά – να το γνωρίζετε – θα είναι πολλά και ποικιλλόνυμα. Ενδεχομένως να προέρχονται και από το εσωτερικό της Δικαιοσύνης.

                Από την πλευρά μας δηλώνουμε εκ προοιμίου σύμμαχοι σε κάθε γενναία προσπάθεια για ουσιαστική αναβάθμιση της Δικαιοσύνης, αλλά και αυστηροί κριτές σε κάθε ενέργεια που θα αντιμετωπίζει τα προβλήματα – ως συνήθως – με τρόπο ευκαιριακό, αποσπασματικό και πρόχειρο.

                                        -15-

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Στα 25 χρόνια λειτουργίας της Ένωσής μας περάσαμε πολλές και δύσκολες περιόδους και περιστάσεις. Όλοι μαζί, συσπειρωμένοι, τις ξεπεράσαμε. ¶λλοτε με περισσότερη επιτυχία και άλλοτε με λιγότερη. Το πιο σημαντικό που πετύχαμε – μέσω της Ένωσής μας – θεωρώ το γεγονός ότι αναδείξαμε το ανθρώπινο και χειραφετημένο πρόσωπο του εισαγγελέα, όχι μόνο ως εγγυητή της έννομης τάξης, αλλά και ως θεματοφύλακα και υπερασπιστή των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών.

                Το όραμά μας για μια καλύτερη Δικαιοσύνη παραμένει διαχρονικά σταθερό. Για μια Δικαιοσύνη που θα απονέμεται έγκαιρα και αποτελεσματικά. Για μια Δικαιοσύνη θεσμικά και ουσιαστικά ανεξάρτητη. Για μια Δικαιοσύνη στην οποία οι εισαγγελείς και δικαστές της θα λειτουργούν απερίσπαστοι, με ηρεμία, ασφάλεια και αξιοπρέπεια στην υπηρεσία της κοινωνίας και των πολιτών της.

                Μέχρι τότε – κυρίες και κύριοι συνάδελφοι – δεν μπορούμε παρά να συνεχίσουμε να προσπαθούμε επίμονα για μια καλύτερη Δικαιοσύνη.. Να προσπαθούμε και να αντιστεκόμαστε.

29/11/2009/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2009-11-29 15:13:102009-11-29 15:13:10Ομιλία Προέδρου κ.Μπάγια στην 25η Τακτική Γενική Συνέλευση
Ανακοινώσεις

Προτάσεις για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων με στόχο την αναβάθμιση και την έγκαιρη απονομή της δικαιοσύνης, καθώς και την ενίσχυση της ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτoυργών.

                                           Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η

                 Το διοικητικό συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος ανακοινώνει τις προτάσεις του για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων με στόχο την αναβάθμιση και την έγκαιρη απονομή της δικαιοσύνης, καθώς και την ενίσχυση της ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών. Τα μέτρα αυτά διαχωρίζονται σε άμεσα, δηλαδή σε αυτά που μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση και έχουν ως στόχο την ενίσχυση της εσωτερικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών και τη διαφάνεια στην απονομή της δικαιοσύνης και σε μακροπρόθεσμα στο πλαίσιο σταδιακής εφαρμογής συγκεκριμένου προγράμματος πενταετούς διαρκείας. Θεωρούμε ότι τα μέτρα αυτά στο σύνολό τους συνθέτουν μια ολοκληρωμένη και σύγχρονη πρόταση αναβάθμισης της λειτουργίας της δικαιοσύνης, αλλά και έγκαιρης απονομής της, αφού τελικός στόχος είναι η έκδοση πρωτοβάθμιων αποφάσεων εντός το πολύ δύο ετών και η έκδοση αμετάκλητων αποφάσεων εντός τεσσάρων ετών το αργότερο. Παράλληλα, επαναφέρουμε και τις πάγιες θέσεις της Ενώσεώς μας αναφορικά με τη διαφάνεια και την εξυγίανση των λειτουργιών του Κράτους. Ειδικότερα τα μέτρα που προτείνουμε για την επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων είναι τα ακόλουθα:

                 Α. Μέτρα επείγοντα χαρακτήρα – αμέσως υλοποιήσιμα – για τη διαφάνεια και την εσωτερική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών:

         Καθιέρωση σταθερών και αντικειμενικών κριτηρίων για κάθε υπηρεσιακή μεταβολή (προαγωγή, μετάθεση, απόσπαση) δικαστών και εισαγγελέων και ειδική αιτιολογία όλων των σχετικών αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου – ιδιαίτερα αυτών που έχουν δυσμενείς επιπτώσεις για την υπηρεσιακή κατάσταση των δικαστικών λειτουργών.

         Κατάργηση της διάταξης (άρθρο 24 παρ. 4 του Οργανισμού Δικαστηρίων) περί ιεραρχικής εξάρτησης μεταξύ των εισαγγελικών λειτουργών. Η ιεραρχική αυτή εξάρτηση, παρότι υπό το φως των σύγχρονων νομικών εξελίξεων νοείται ως καθαρά διοικητική, έχει επανειλημμένα παρερμηνευτεί ως εκτεινόμενη και σε θέματα δικαιοδοτικής κρίσεως, με τραυματικές επιπτώσεις για την αξιοπιστία και το κύρος του εισαγγελικού θεσμού, αλλά και τη λειτουργική ανεξαρτησία του (κάθε) εισαγγελέα. Σε κάθε περίπτωση, η διάταξη αυτή είναι πλέον ασυμβίβαστη με το ρόλο που καλείται να επιτελέσει ο σύγχρονος εισαγγελέας (ανεξαρτήτως βαθμού) ως ισόβιος δικαστικός λειτουργός.

         Επαναφορά του θεσμού του αυτοδιοίκητου των μεγάλων εισαγγελιών και δικαστηρίων της χώρας, με τις αναγκαίες βελτιώσεις για την αποφυγή δυσλειτουργικών φαινομένων του παρελθόντος.

         Πρόβλεψη συγκεκριμένης – αυστηρής – πειθαρχικής ποινής για το πειθαρχικό αδίκημα (άρθρο 19 παρ. 3 του Οργανισμού Δικαστηρίων) της χειραγώγησης ή της απόπειρας χειραγώγησης της δικαιοδοτικής κρίσης δικαστικού λειτουργού από δικαστικό λειτουργό. Για το αδίκημα αυτό προτείνουμε την ποινή της οριστικής παύσης ή (σε ελαφρές περιπτώσεις) της προσωρινής παύσης.

         Η ανάθεση των μείζονος κοινωνικής ή πολιτικής σημασίας υποθέσεων στους εισαγγελείς και ανακριτές των περιφερειών των δικαστηρίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιά να γίνεται κατόπιν κληρώσεως. Ειδικότερα στις εισαγγελίες η κλήρωση να γίνεται μεταξύ των εισαγγελέων που θα προεπιλέγονται κατά την έναρξη κάθε δικαστικού έτους από τις οικείες ολομέλειες σε αριθμό που θα αντιστοιχεί με το 1/3 των εισαγγελέων που υπηρετούν στις εισαγγελίες αυτές. Με το συγκεκριμένο μέτρο αποβλέπουμε στην εξάλειψη κάθε αμφισβήτησης ή υπόνοιας μεροληψίας για τον τρόπο χειρισμού των υποθέσεων εκείνων που εύλογα προκαλού

                Β. Μέτρα μακροπρόθεσμα – με βάση τη σταδιακή εφαρμογή συγκεκριμένου πενταετούς προγράμματος – για την αναβάθμιση και την έγκαιρη απονομή της δικαιοσύνης, καθώς και για την πλήρη ανεξαρτησία της δικαστικής λειτουργίας από την εκτελεστική:

         Αλλαγή του τρόπου επιλογής των Προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με τις αναγκαίες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Πρόταση της Ένωσής μας – όπως κατά το παρελθόν έχει δημόσια διατυπωθεί – αποτελεί η επιλογή αυτή να γίνεται από τη Βουλή, με αυξημένη διακομματική πλειοψηφία των 2/3 των μελών της.

         Εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας με ριζοσπαστική απλούστευση των δικονομικών διαδικασιών απονομής της δικαιοσύνης και – σταδιακή – ευρεία αποποινικοποίηση των ήσσονος σημασίας ποινικών αδικημάτων.

         Πλήρης μηχανοργάνωση των εισαγγελιών και δικαστηρίων και αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία για τη διεκπεραίωση της δικαστικής ύλης, για την επικοινωνία και συνεργασία των δικαστικών αρχών της χώρας, για την ενημερότητα του αρχειακού υλικού και ιδιαίτερα του ποινικού μητρώου.

        Κτιριακός εξωραϊσμός των δικαστικών καταστημάτων και ανέγερση νέων σύγχρονων δικαστικών κτιρίων, όπου απαιτείται, με στόχο την αξιοπρεπή στέγαση όλων των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας.

         Λειτουργία Δικαστικής Αστυνομίας στις μεγάλες εισαγγελίες της χώρας, σύμφωνα με τις αναλυτικές απόψεις που έχουν επανειλημμένα διατυπωθεί από την Ένωσή μας και άλλους επιστημονικούς φορείς.

         Σταδιακή αύξηση των θέσεων των δικαστικών λειτουργών σε ποσοστό 5% κατ’ έτος και συνολικά 25% στο τέλος του πενταετούς προγράμματος.

         Καθιέρωση του θεσμού της εθελουσίας εξόδου σε μόνιμη βάση, ώστε ανά πενταετία να εξέρχονται του δικαστικού σώματος όσοι δικαστικοί λειτουργοί αδυνατούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους για λόγους ψυχικής ή σωματικής υγείας.

       Γ. Μέτρα για την διαφάνεια και την εξυγίανση των λειτουργιών του Κράτους :

        . Πλήρης διαφάνεια της περιουσιακής και εν γένει οικονομικής κατάστασης όλων των λειτουργών του Κράτους. Κατάργηση κάθε είδους οικονομικού απορρήτου γι’ αυτούς. Οποιαδήποτε ελεγκτική αρχή αλλά και κάθε πολίτης – μέσω του διαδικτύου – θα πρέπει να έχει την απρόσκοπτη δυνατότητα να λαμβάνει γνώση όλων των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε κρατικούς λειτουργούς και στο στενό οικογενειακό τους περιβάλλον.

        . Θεσμοθέτηση ανεξάρτητης ελεγκτικής αρχής με δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της περιουσιακής κατάστασης των κρατικών λειτουργών και κυρίως του τρόπου απόκτησης ( «πόθεν έσχες» ) όλων των περιουσιακών τους στοιχείων. Η αρχή αυτή θα πρέπει να είναι πλήρως στελεχωμένη από ειδικούς εμπειρογνώμονες και να έχει την δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου ικανού αριθμού κρατικών λειτουργών κατ’ έτος.

        . ¶μεση δέσμευση κάθε περιουσιακού στοιχείου που τελεί σε προφανή δυσαναλογία με τα εισοδήματα των κρατικών λειτουργών. Τα περιουσιακά στοιχεία κατά το μέρος που υπερβαίνουν προδήλως τα δηλούμενα νόμιμα εισοδήματα, να δημεύονται κατόπιν δικαστικής αποφάσεως.

           Για το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Ε.Ε.

 

Ο Πρόεδρος  

 Σωτήριος Μπάγιας

Αντεισαγγελέας Εφετών

 Ο Γεν. Γραμματέας

Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος

 Αντεισαγγελέας Εφετών

14/10/2009/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2009-10-14 15:10:472009-10-14 15:10:47Προτάσεις για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων με στόχο την αναβάθμιση και την έγκαιρη απονομή της δικαιοσύνης, καθώς και την ενίσχυση της ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτoυργών.
Ανακοινώσεις

Ανακοίνωση για την διεξαγωγή της 25ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης

                                                     Προς

Όλους του Εισαγγελείς –  Μέλη της Ενώσεώς μας

Αγαπητοί Συνάδελφοι,

Η  Ετήσια  Τακτική  Γενική Συνέλευση της Ενώσεώς μας, θα πραγματοποιηθεί εφέτος  την  Κυριακή  29-11-2009  και  ώρα  9.30 π.μ. στην αίθουσα τελετών του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (Ακαδημίας 60). ΄Ηδη αποστέλλουμε ταχυδρομικά σχετικές  ατομικές  προσκλήσεις σύμφωνα με το καταστατικό μας.

Η παρουσία όλων στη Γενική μας Συνέλευση είναι απαραίτητη, ιδιαίτερα εν όψει αναμενόμενων σημαντικών νομοθετικών μεταβολών για τη λειτουργία του Εισαγγελικού Θεσμού και της Δικαιοσύνης γενικότερα.

Το διοικητικό συμβούλιο της Ένωσης θα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την διευκόλυνση της προσέλευσης και της διαμονής των εκτός Αθηνών συναδέλφων. Λεπτομέρειες θα ανακοινωθούν τις αμέσως προσεχείς ημέρες.

Με συναδελφικούς χαιρετισμούς

Για το διοικητικό συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Σωτήριος Μπάγιας

Αντεισαγγελέας Εφετών

Ο Γεν. Γραμματέας

Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος

Αντεισαγγελέας Εφετών

11/10/2009/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2009-10-11 15:09:092009-10-11 15:09:09Ανακοίνωση για την διεξαγωγή της 25ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης
Ανακοινώσεις

Νέος Εισαγγελέας Αρείου Πάγου

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Ενόψει της επικείμενης επιλογής του νέου Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, το διοικητικό συμβούλιο της Ενώσεως Εισαγγελέων Ελλάδος ανακοινώνει τ’ ακόλουθα :
Είναι γνωστό ότι πάγια θέση της Ενώσεώς μας αποτελεί η άποψη ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου πρέπει να προέρχεται αποκλειστικά από τον εισαγγελικό κλάδο. Η θέση μας αυτή παραμένει αυτονόητα σταθερή και σήμερα, ανεξάρτητα από συγκεκριμένες καταστάσεις, συγκυρίες και πρόσωπα.
Σήμερα άλλωστε υπάρχει (διψήφιος) αριθμός Αντεισαγγελέων Αρείου Πάγου,που έχουν τα νόμιμα προσόντα και ασφαλώς μεταξύ αυτών μπορεί να επιλεγεί ο πλέον ικανός, ο οποίος θα διασφαλίσει κλίμα ηρεμίας και ενότητας για το σύνολο των λειτουργών του εισαγγελικού θεσμού, θα σέβεται την εσωτερική ανεξαρτησία όλων των Εισαγγελέων και θα ενισχύσει το σθένος τους, ώστε ν’ ασκούν τα καθήκοντά τους με μόνο γνώμονα το νόμο και τη συνείδησή τους.
Τονίζουμε, τέλος, ότι πάγια επίσης θέση της Ενώσεώς μας αποτελεί η ανάγκη αναθεώρησης της συνταγματικής διατάξεως, αναφορικά με την επιλογή των Προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου από την εκάστοτε Κυβέρνηση, ώστε ν’ αποκοπεί κάθε εξάρτηση της δικαστικής από την εκτελεστική εξουσία και να ενισχυθεί η ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών, σύμφωνα και με την θεμελιώδη αρχή του δημοκρατικού πολιτεύματος περί διακρίσεως των εξουσιών του Κράτους.

Για το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Ε.Ε.

Ο Πρόεδρος

Σωτήριος Μπάγιας
Αντεισαγγελέας Εφετών

Ο Γεν.Γραμματέας

Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος
Αντεσαγγελέας Εφετών

29/06/2009/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2009-06-29 15:07:442009-06-29 15:07:44Νέος Εισαγγελέας Αρείου Πάγου
Ανακοινώσεις

Εισφορές-Ταμείο Νομικών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Σχετικά με το θέμα των εισφορών προς το Ταμείο Νομικών των συναδέλφων που ασφαλίστηκαν μετά την 1-1-1993, σας ενημερώνουμε για τα ακόλουθα:
1. Όπως είναι γνωστό, κατά τις εργασίες της Τακτικής Γενικής Συνελεύσεως της Ένωσης – παρουσία και του Προέδρου της διοικούσας επιτροπής του Ταμείου Νομικών κ. Ιωάννη Γουσέτη – η άποψη που επικράτησε είναι ότι η ασφάλιση αυτή είναι προαιρετική για τους συναδέλφους που ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά μετά τις 1-1-1993. Κατά συνέπεια οι συνάδελφοι μπορούν να διακόψουν την ασφάλιση στο συγκεκριμένο φορέα οποτεδήποτε το θελήσουν. Συγχρόνως μπορούν (και πρέπει) ν’ αναζητήσουν εντόκως τις ήδη καταβληθείσες εισφορές.
2. Όπως μας ενημέρωσε ο κ. Γουσέτης η διοικούσα επιτροπή του Τ.Ν. αποφάσισε να εισηγηθεί στο Ε.Τ.Α.Α. (στο οποίο έχει πλέον ενταχθεί το Ταμείο Νομικών) ν’ ανασταλεί η καταβολή των εισφορών, καθό μέρος αυξάνονται υπέρμετρα, μέχρι το μήνα Σεπτέμβριο 2009. Η σχετική απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ε.Τ.Α.Α. θα ληφθεί την προσεχή Πέμπτη, 18-12-2008 και πιθανότατα θα είναι σύμφωνη με την εισήγηση του Ταμείου Νομικών.
3. Τις αμέσως επόμενες ημέρες ήδη επίκειται συνάντηση των εκπροσώπων όλων των Δικαστικών Ενώσεων με τον Γεν. Γραμματέα του αρμόδιου Υπουργείου Απασχόλησης με σκοπό την εξεύρεση (νομοθετικής) λύσης στο συγκεκριμένο ζήτημα.
4. Θεωρούμε ότι (προς το παρόν) δεν υπάρχει ανάγκη για οποιαδήποτε εσπευσμένη ατομική ενέργεια εκ μέρους των συναδέλφων που ασφαλίστηκαν στο Τ.Ν. για πρώτη φορά μετά την 1-1-1993.
5. Για τις νεώτερες εξελίξεις αναφορικά με το θέμα αυτό θα σας ενημερώσουμε έγκαιρα και υπεύθυνα.

Για το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Ε.Ε.

Ο Πρόεδρος
Σωτήριος Μπάγιας
Αντεισαγγελέας Εφετών

Ο Γεν.Γραμματέας
Παναγιώτης Σ. Παναγιωτόπουλος
Εισαγγελέας Πρωτοδικών

15/12/2008/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2008-12-15 14:48:422008-12-15 14:48:42Εισφορές-Ταμείο Νομικών
Ανακοινώσεις

Ομιλία του Προέδρου της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος Σωτηρίου Μπάγια, Αντεισαγγελέα Εφετών, στην 24η Γενική Συνέλευση της Ενώσεως Εισαγγελέων Ελλάδος.

Αθήνα, 7-12-2008

Προσφωνήσεις – Χαιρετισμοί επισήμων

Στις τρεις και πλέον δεκαετίες που διέδραμαν από το 1975 (αφότου δηλαδή ο εισαγγελέας αναγορεύθηκε σε ισόβιο δικαστικό λειτουργό κα εξοπλίσθηκε με όλα τα εχέγγυα δικαστικής αμεροληψίας), οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντά μας διευρύνθηκαν και εκσυγχρονίσθηκαν υπό το κράτος νέων βελτιωτικών νομοθετικών ρυθμίσεων και υπό το φως των σύγχρονων αντιλήψεων για τη λειτουργία του κράτους δικαίου. Έτσι σήμερα η Εισαγγελία είναι θεσμικά κατοχυρωμένη δικαστική αρχή απολύτως ανεξάρτητη από την εκτελεστική εξουσία. Συγχρόνως ο εισαγγελέας κατέστη όχι μόνον απλός εφαρμοστής των νόμων αλλά και ελεγκτής της συμβατότητάς τους με το Σύνταγμα, τις διεθνείς συμβάσεις και ασφαλώς τις αρχές για την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Θεμέλιο άλλωστε της νομιμότητας και επομένως του έργου και της αποστολής του Εισαγγελέα, αποτελούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι ατομικές ελευθερίες. Κατά συνέπεια, ο Εισαγγελέας δεν έχει μόνον καθήκον να επιβλέπει και να μεριμνά για την τήρηση της έννομης τάξης και την εμπέδωση της κοινωνικής ειρήνης, αλλά αποτελεί συγχρόνως τον θεματοφύλακα και εγγυητή των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών.
Στο πλαίσιο της αντίληψης αυτής η Ένωσή μας επανειλημμένα με δημόσιες παρεμβάσεις έχει εκφράσει προβληματισμό και ανησυχία για την διαρκώς εντεινόμενη τάση περιορισμού των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών υπό το βάρος της πάταξης της οργανωμένης εγκληματικότητας και μάλιστα της τρομοκρατίας. Επισημαίνoυμε ειδικότερα ότι το απαραβίαστο της ιδιωτικής ζωής των πολιτών αποτελεί ύψιστο ατομικό δικαίωμα και η φύλαξή του συνιστά θεμελιώδη υποχρέωση για κάθε σύγχρονο δημοκρατικό κράτος. Κατά συνέπεια, η όποια περιστολή του δικαιώματος αυτού θα πρέπει να γίνεται όλως εξαιρετικά, σε απολύτως συγκεκριμένες περιπτώσεις και πάντοτε με τις εγγυήσεις της αρμόδιας δικαστικής αρχής.
Πέρυσι τέτοια εποχή κεντρικό και επίκαιρο ζήτημα αποτελούσε η μόνιμη χρήση των καμερών παρακολούθησης πολιτών σε δημόσιους χώρους. Μάλιστα το θέμα αυτό είχε τεθεί μετ’ επιτάσεως και συζητηθεί στην περυσινή μας Γενική Συνέλευση. Ήδη το συγκεκριμένο αυτό ζήτημα ρυθμίσθηκε με τον Ν. 3625/2007 (που ψηφίσθηκε 22 ημέρες μετά την περυσινή μας Γ.Σ), με τον οποίο θεσπίσθηκαν συγκεκριμένοι όροι και συνθήκες λειτουργίας των καμερών, αλλά και καταστροφής του συλλεγόμενου οπτικοακουστικού υλικού, υπό την εγγύηση του αρμόδιου εισαγγελέα. Θεωρούμε θετική την εξέλιξη αυτή, οφείλουμε όμως να επισημάνουμε το γεγονός ότι οι εισαγγελείς δεν διαθέτουν τις ειδικές εκείνες τεχνολογικές γνώσεις που απαιτούνται για την ολοκληρωμένη και ουσιαστική ενάσκηση των συγκεκριμένων καθηκόντων και θα έπρεπε για τον λόγο αυτό να συνοδεύονται από ειδικούς – ανεξάρτητους – εμπειρογνώμονες.
Μάλιστα ο νομοθέτης στο συγκεκριμένο κεφαλαιώδες ζήτημα προχώρησε ένα βήμα παραπάνω και με τις διατάξεις του Ν. 3674/2008 ανήγαγε σε κακούργημα την παράνομη μαγνητοφώνηση και βιντεοσκόπηση, αλλά και τη χρήση του συλλεγόμενου οπτικοακουστικού υλικού. Παρά ταύτα, πρόσφατα – προς γενική κατάπληξη όλων μας – η Ελληνική Βουλή έγινε αποδέκτης τέτοιου παράνομου οπτικοακουστικού υλικού και οι βουλευτές μας θεατές δημοσίως του υλικού αυτού. Είναι ένα τεράστιο ζήτημα νομικής, αλλά και ηθικής τάξεως, που απαξίωσε με τον πιο επίσημο τρόπο την εφαρμογή των νόμων στη χώρα μας.
Συναφές ασφαλώς ζήτημα με τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελεί και το θέμα των συνθηκών κράτησης στις φυλακές της χώρας. Ζήτημα το οποίο εμπίπτει στις αρμοδιότητες του εισαγγελέα ως εποπτεύουσας δικαστικής αρχής. Είναι γνωστό σε όλους ότι οι συνθήκες αυτές κάθε άλλο παρά ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις ενός σύγχρονου, πολιτισμένου και δημοκρατικού κράτους. Τα νομοθετικά μέτρα τα οποία πριν από λίγες ημέρες έλαβε το Υπουργείο Δικαιοσύνης πρόδηλα θα συμβάλλουν θεαματικά στην αποσυμφόρηση των φυλακών και θα βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων. Έχουν όμως ένα βασικό ελάττωμα: Είναι ευκαιριακά και πρόσκαιρης διάρκειας και για τον λόγο αυτό είναι βέβαιο ότι σε λιγότερο από δύο χρόνια το πρόβλημα θα επανέλθει και μάλιστα μετ’ επιτάσεως.
Κατά την γνώμη μας για την επίλυση του όλου ζητήματος απαιτείται η ριζική αλλαγή φιλοσοφίας και προσανατολισμού στο σύστημα λειτουργίας των φυλακών. Σήμερα οι φυλακές είναι ουσιαστικά απλοί χώροι φύλαξης των κρατουμένων και όχι πεδία σωφρονισμού και προετοιμασίας για την ομαλή κοινωνική τους επανένταξη, όπως θα έπρεπε να είναι. Παρεμπιπτόντως, πρέπει να αναφέρουμε και να τονίσουμε, ότι κατά τη γνώμη μας, όλοι οι κρατούμενοι – ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της πράξης που τέλεσαν και την ποινή που εκτίουν – επιδέχονται σωφρονισμού και έχουν δικαίωμα σε μια δεύτερη ευκαιρία ζωής.
Δύο είναι τα στοιχεία που πρέπει να κυριαρχούν στη λειτουργία των φυλακών: Η διασφάλιση αξιοπρεπών υγιεινής διαβίωσης των κρατουμένων και η δημιουργική απασχόλησή τους με την υποχρεωτική εφαρμογή προγραμμάτων μόρφωσης, επαγγελματικής κατάρτισης και άθλησης για όλους. Εξαιρετική σημασία έχει επίσης η ουσιαστική και ευρεία καθιέρωση στην πράξη των εναλλακτικών μορφών έκτισης της ποινής και ιδιαίτερα αυτής της παροχής κοινωφελούς εργασίας. Είναι βέβαιο ότι η ευρεία χρήση της μορφής αυτής έκτισης της ποινής θα αποσυμφορήσει τις φυλακές και θα εκσυγχρονίσει το σωφρονιστικό μας σύστημα. Θα πρέπει ακόμη να επισημανθεί το απαράδεκτο για ένα σύγχρονο κράτος δικαίου φαινόμενο να κρατούνται στις φυλακές άνθρωποι των οποίων οι ποινές φυλάκισης έχουν μετατραπεί σε χρηματικές. Οι άνθρωποι αυτοί δεν κρατούνται για το αδίκημα που τέλεσαν, αλλά γιατί δεν έχουν χρήματα να πληρώσουν τις ποινές που τους επιβλήθηκαν. Γενικά θεωρούμε ότι ο θεσμός της μετατροπής των ποινών θα πρέπει να καταργηθεί ως άδικος και άνισος για τις φτωχότερες εισοδηματικά τάξεις. Ο νομοθέτης θα πρέπει να επιλέξει πέντε ή δέκα (για παράδειγμα) πλημμελήματα, που να τιμωρούνται με ποινές πραγματικής φυλάκισης και όλα τα άλλα να τιμωρούνται με χρηματικές ποινές που θα εισπράττονται σύμφωνα με τους όρους του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
Αναφορικά τέλος με το μέτρο της χορήγησης αδειών σε κρατούμενους, θεωρούμε ότι το μέτρο αυτό αποτελεί ένα εξαιρετικά χρήσιμο και αναγκαίο μέσο σωφρονισμού και ομαλής κοινωνικής επανένταξης. Κατά συνέπεια το συγκεκριμένο μέτρο πρέπει να διατηρηθεί και να ενισχυθεί . Ωστόσο, για ορισμένες κατηγορίες κρατουμένων, όπως αυτών των οποίων η εγκληματικότητα ανάγεται προδήλως σε ψυχοπαθολογικά αίτια, το μέτρο αυτό θα πρέπει να επανεξετασθεί και ενδεχομένως να αναθεωρηθεί. Για τις κατηγορίες αυτές θα πρέπει να χορηγούνται άδειες, αφού πρώτα οι κρατούμενοι έχουν υποβληθεί σε ειδικό πρόγραμμα ψυχικής αποκατάστασης και πάντοτε με τη σύμφωνη γνώμη των θεραπόντων ιατρών.
Κυρίες και κύριοι
Παραδοσιακά, η ετήσια τακτική Γενική συνέλευση της Ενώσεώς μας – και μάλιστα το εισαγωγικό μέρος της – αποτελεί πεδίο απολογισμού της χρονιάς που πέρασε για όλα όσα συνέβησαν στο χώρο της Δικαιοσύνης. Συγχρόνως αποτελεί χώρο καταγραφής και ανάλυσης των προβλημάτων της δικαιοσύνης , αλλά και κατάθεσης προτάσεων για την επίλυσή τους και ανάδειξης των προοπτικών που υπάρχουν για το μέλλον.
Ανατρέχοντας, λοιπόν, στη χρονιά που πέρασε διαπιστώνουμε αρκετά θετικά στοιχεία αναφορικά με το θεσμό της δικαιοσύνης, αλλά και αρκετά αρνητικά περιστατικά που προκάλεσαν και προκαλούν ποικίλες αντιδράσεις.
Σε νομοθετικό – θεσμικό επίπεδο, στις θετικές παρεμβάσεις ασφαλώς συγκαταλέγονται η αναβάθμιση της εθνικής σχολής δικαστικών λειτουργών, η εφαρμογή του θεσμού της εθελούσιας εξόδου δικαστών και εισαγγελέων από την υπηρεσία, η ίδρυση του Εθνικού Συμβουλίου Δικαιοσύνης (που όμως δεν έχει ακόμη αρχίσει η λειτουργία του) και η καθιέρωση νέου μισθολογίου για τους δικαστικούς λειτουργούς, σύμφωνα με τη συνταγματική επιταγή για αποδοχές ανάλογες με το λειτούργημα που ασκούν. Στα αρνητικά ασφαλώς συγκαταλέγεται η κατάργηση του θεσμού του αυτοδιοίκητου των μεγάλων εισαγγελιών και δικαστηρίων της χώρας. ενός θεσμού που είχε συνδεθεί με την υπηρεσιακή ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και την εμπέδωση της δημοκρατίας στην εσωτερική λειτουργία της δικαιοσύνης. Πέρα από αυτή την ίδια την αρνητική μεταβολή ιδιαίτερα αρνητική αίσθηση προκάλεσαν οι αιτιολογίες που προβλήθηκαν για την κατάργηση του θεσμού. Υποστηρίχθηκε ότι αναπτύχθηκαν στους κόλπους των δικαστικών λειτουργών «φαινόμενα πελατειακών σχέσεων, δημιουργίες φατριών, αλλά και προβλήματα κομματισμού». Όλοι οι εισαγγελείς που βρισκόμαστε σε αυτήν την αίθουσα γνωρίζουμε καλά ότι τέτοια φαινόμενα δεν υπήρξαν τουλάχιστον αναφορικά με τη μεγάλη πλειονότητα των δικαστικών λειτουργών. Αντίθετα, στα έντεκα χρόνια που λειτούργησε ο θεσμός στον χώρο μας προσήλθαμε στις εκλογές για την ανάδειξη των προϊσταμένων των εισαγγελιών με αίσθημα ευθύνης, αλληλεγγύης και με μόνο γνώμονα την επιλογή των διοικητικά ικανότερων συναδέλφων μας.
Εάν όμως ήθελαν υποτεθεί βάσιμοι οι λόγοι για τους οποίους καταργήθηκε το αυτοδιοίκητο, εάν δηλαδή οι δικαστικοί λειτουργοί της χώρας ήταν τέτοιας ποιότητας – «φατριάζοντες, εξαρτώμενοι από πελατειακές σχέσεις, κομματιζόμενοι κλπ» – ώστε να κρίνονται ανίκανοι και ανώριμοι να εκλέγουν οι ίδιοι τους διοικητικούς τους προϊσταμένους, τότε θα έπρεπε όλοι να ανησυχούμε πάρα πολύ και για τη δικαιοσύνη αλλά και για τη λειτουργία της δημοκρατίας μας. Θα μπορούσαμε αλήθεια, εάν αυτή η κατάσταση επικρατούσε, να ζητούμε συγχρόνως από τους πολίτες να εμπιστεύονται τη Δικαιοσύνη; Τι είδους εμπιστοσύνη θα μπορούσαν να έχουν οι πολίτες σε τέτοιους δικαστικούς λειτουργούς και στη δικαιοσύνη που αυτοί απονέμουν;
Όμως τα πράγματα ασφαλώς δεν είναι έτσι και, πάντως, τα αρνητικά φαινόμενα που προβλήθηκαν είναι ξένα για τη μεγάλη πλειονότητα των δικαστικών λειτουργών. Γι’ αυτό και όλοι επιμένουμε ότι οι πολίτες μπορούν και πρέπει να εμπιστεύονται την Ελληνική Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της.
Κατά συνέπεια, τα ερωτήματα για την κατάργηση του θεσμού του αυτοδιοίκητου παραμένουν αναπάντητα, ενώ παράλληλα υπήρξε απαξίωση των δικαστικών λειτουργών και επιτάθηκε το έλλειμμα αξιοπιστίας της δικαιοσύνης έναντι των πολιτών.

Το τελευταίο αυτό ζήτημα, το έλλειμμα αξιοπιστίας, δηλαδή, που παρατηρείται στο θεσμό της δικαιοσύνης αποτελεί κατά τη γνώμη μου κεφαλαιώδες όσο και επίκαιρο ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει όλους. Σύμφωνα με τα δημοσκοπικά στοιχεία που μας απέστειλε το Υπουργείο Δικαιοσύνης το ποσοστό των πολιτών που εμπιστεύονται τη δικαιοσύνη στη χώρα μας ανέρχεται σε 48,7%. Ασφαλώς θα πρέπει να μας ανησυχεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι μόνο ένας στους δύο πολίτες εμπιστεύεται τη δικαιοσύνη και ίσως ακόμη περισσότερο θα πρέπει να μας ανησυχεί το γεγονός ότι ποσοστό μόνο 13,1% απαντά «σίγουρα εμπιστεύομαι», ενώ το υπόλοιπο 35,6% απαντά «μάλλον εμπιστεύομαι».
Ανεξάρτητα, όμως, από τα πιο πάνω δημοσκοπικά στοιχεία και οι ίδιοι εμείς – από την κοινωνική μας ζωή και τις συναναστροφές μας – γνωρίζουμε ή τουλάχιστον νιώθουμε αυτό το έλλειμμα αξιοπιστίας και αισθανόμαστε βαθιά πικραμένοι, γιατί γνωρίζουμε ότι η εικόνα που έχει δημιουργηθεί στην κοινή γνώμη μας αδικεί υπέρμετρα.
Ποιοι είναι όμως οι λόγοι στους οποίους οφείλεται το έλλειμμα αξιοπιστίας στον θεσμό της Δικαιοσύνης και τους δικαστικούς λειτουργούς; Κατά τη γνώμη μας, τρεις είναι οι βασικές αιτίες της δυσάρεστης για όλους μας κατάστασης: 1. Ο απόηχος από το λεγόμενο «παραδικαστικό κύκλωμα» και τις απαράδεκτες γενικεύσεις περί εκτεταμένης διαφθοράς στο δικαστικό σώμα που επακολούθησαν. Οι γενικεύσεις αυτές ήταν εντελώς αδικαιολόγητες, συνέτειναν όμως στη δημιουργία τους και οι διαρροές που υπήρξαν από το ανακριτικό υλικό της όλης διαδικασίας. Αντί, λοιπόν, η γενναία προσπάθεια αυτοεξυγίανσης που αναλήφθηκε και προχώρησε αποφασιστικά να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση και για άλλους χώρους της δημόσιας και πολιτικής ζωής, δημιούργησε – με τον τρόπο που εμφανίστηκε – κλονισμό της εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στο σύνολο των δικαστικών λειτουργών.
2. Δεύτερη αιτία αποτελούν ασφαλώς ορισμένα ζητήματα εσωτερικής λειτουργίας της δικαιοσύνης, που αναδεικνύουν διαφορετικότητα αντιλήψεων σε ζητήματα αρχών λειτουργίας του θεσμού και που δεν επιλύονται πάντοτε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι αυτό των παραιτήσεων των δύο συναδέλφων μας αντεισαγγελέων εφετών. Έχουν λεχθεί και έχουν γραφεί πάρα πολλά για το ζήτημα αυτό, ώστε το θέμα να θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί και καθένας έχει διαμορφώσει τις απόψεις του πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα. Οι απόψεις αυτές και τα συμπεράσματα που τη συνοδεύουν προφανώς δεν συμπίπτουν. Κοινή παραδοχή, ωστόσο, πρέπει να αποτελεί το γεγονός ότι οι συγκεκριμένοι συνάδελφοί μας δεν ενήργησαν ορμώμενοι από ιδιοτελή ή άλλα «ύποπτα» κίνητρα. Ενήργησαν με γνώμονα την προάσπιση της ανεξαρτησίας και της αξιοπρέπειάς τους ως δικαστικών λειτουργών. Όλοι νομίζω θα συμφωνήσουμε ότι ανεξάρτητη δικαιοσύνη χωρίς ανεξάρτητους δικαστικούς λειτουργούς δεν μπορεί να υπάρξει. Θα συμφωνήσουμε επίσης ότι – πέρα από τα όποια συνταγματικά και εν γένει θεσμικά εχέγγυα – η ανεξαρτησία του δικαστικού λειτουργού υπάρχει, πρέπει να υπάρχει μέσα του. Στον νου και την ψυχή του. Και αυτό πρέπει να είναι έτοιμος να το αποδείξει σε κάθε κρίσιμη περίσταση.
3. Η τρίτη – και σημαντικότερη – αιτία του ελλείμματος της εμπιστοσύνης των πολιτών είναι το γεγονός ότι η δικαιοσύνη στη χώρα μας δεν είναι αποτελεσματική ή για την ακρίβεια δεν είναι όσο θα έπρεπε αποτελεσματική. Το κοινότυπο ερώτημα που όλοι μας συχνά ακούμε «θα τιμωρηθεί επιτέλους και κάποιος μεγαλόσχημος ή οικονομικά ισχυρός;» αποτελεί συγχρόνως και κοινωνικό αίτημα. Αίτημα για περισσότερη δικαιοσύνη, ποιοτικότερη δικαιοσύνη και – κυρίως – πιο αποτελεσματική δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη για όλους και έναντι όλων. Και βέβαια η επιδίωξη αυτή συνδέεται άμεσα με τα επιτακτικά κοινωνικά αιτήματα για απόλυτη διαφάνεια στη δημόσια ζωή και πάταξη της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα των κρατικών εξουσιών, εκκινώντας από τις κορυφές τους.
Γιατί όμως παρατηρείται το φαινόμενο αυτό της μειωμένης αποτελεσματικότητας; Ποιοι ευθύνονται; Θα φανεί ενδεχομένως οξύμωρο, αλλά εκείνοι οι οποίοι ευθύνονται λιγότερο για την αναποτελεσματικότητα αυτή, είναι οι δικαστικοί λειτουργοί. Και εξηγούμαστε. Οι λόγοι για τους οποίους υπάρχει αναποτελεσματικότητα στην εφαρμογή των νόμων σε όλες τις περιπτώσεις και έναντι όλων, θεωρούμε ότι συνοψίζονται στα ακόλουθα: Πρώτον στα σοβαρά ελλείμματα που παρουσιάζουν οι ελεγκτικοί – αστυνομικοί μηχανισμοί του κράτους, ώστε οι υπεύθυνοι για οικονομικά ιδίως αδικήματα να παραπέμπονται στη δικαιοσύνη με αδιάσειστα αποδεικτικά στοιχεία. Για παράδειγμα οι έλεγχοι που γίνονται από την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων (πρώην ΣΔΟΕ) και οι δικογραφίες που μας αποστέλλονται αφορούν κατά κύριο λόγο μικρομεσαίες επιχειρήσεις και επιτηδευματίες. Σπάνια (σχεδόν ποτέ) εντοπίζονται αδικήματα από ελέγχους σε οικονομικά πανίσχυρες και μάλιστα πολυεθνικές εταιρείες. Τα σοβαρά αυτά ελλείμματα των ελεγκτικών μηχανισμών αποτελούν έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους εδώ και πολλά χρόνια ζητούμε επίμονα την ίδρυση δικαστικής αστυνομίας, όπως συμβαίνει σε όλα σχεδόν τα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη.
Δεύτερη αιτία αποτελεί η τεράστια σε έκταση και εξαιρετικά γραφειοκρατική δικονομία που διέπει το ποινικό μας δίκαιο ιδίως κατά την προδικαστική έρευνα για την εξιχνίαση εγκληματικών πράξεων. Για παράδειγμα δεν είναι επιτρεπτό δύο και πλέον μήνες μετά την έναρξη της έρευνας στη γνωστή υπόθεση του Βατοπεδίου – εξαιτίας νομικών κωλυμάτων – να μην έχει ανοίξει το σύνολο των σχετικών με την υπόθεση ύποπτων τραπεζικών λογαριασμών, αλλά και να μην έχουν εντοπισθεί όλα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα από και προς τα οποία διακινήθηκαν ύποπτης προέλευσης χρηματικά ποσά. Δεν είναι δυνατό επίσης μια υπόθεση με κακουργηματικού χαρακτήρα αντικείμενο να αναβάλλεται πάνω από δέκα φορές και οι δικονομικοί λόγοι αναβολής της να είναι βάσιμοι. Είναι το μόνο ίσως σημείο για το οποίο η ευθύνη μπορεί να επιμερισθεί και στους δικαστικούς λειτουργούς. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά σοβαρό θέμα υπέρμετρης καθυστέρησης των υποθέσεων στην κύρια διαδικασία, δεδομένου ότι τα δύο τρίτα των υποθέσεων των πινακίων των Εφετείων Κακουργημάτων, αλλά και των Πλημμελειοδικείων προέρχονται από αναβολές. Ειδικά για το ζήτημα αυτό η Ένωσή μας είναι έτοιμη να καταθέσει στο Υπουργείου Δικαιοσύνης συγκεκριμένη πρόταση νομοθετικής ρύθμισης, με κεντρική ιδέα την κλήρωση των προεδρευόντων στα δικαστήρια αυτά για ολόκληρο το έτος και την υποχρεωτικότητα ορισμού της αναβολής σε δικάσιμο που θα προεδρεύει ο ίδιος δικαστής. Διάφορα επιμέρους ζητήματα ενδεχόμενων μεταβολών κ.λ.π των προεδρευόντων αντιμετωπίζονται αιτιολογημένα στην υπό κατάθεση πρότασή μας.
Τρίτη αιτία για την αναποτελεσματικότητα αποτελεί η έλλειψη προληπτικών ελεγκτικών μηχανισμών για τον εντοπισμό της διαφθοράς στον δημόσιο τομέα, ώστε τα κρούσματα αυτά (που όλοι παραδέχονται ότι δεν είναι λίγα) να καταλήξουν στη δικαιοσύνη. Είναι γνωστό ότι η Ένωσή μας από το 2004 έχει καταθέσει δημόσια και επαναλαμβάνει με κάθε ευκαιρία μια ολοκληρωμένη πρόταση για το τεράστιο αυτό θέμα. Η πρότασή μας αυτή έχει τρεις κατά βάση άξονες: α) Πλήρης διαφάνεια της περιουσιακής και εν γένει οικονομικής κατάστασης όλων των λειτουργών του Κράτους. Κατάργηση κάθε είδους οικονομικού απορρήτου γι’ αυτούς. Οποιαδήποτε ελεγκτική αρχή αλλά και κάθε πολίτης θα πρέπει να έχει την απρόσκοπτη δυνατότητα να λαμβάνει γνώση όλων των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε κρατικούς λειτουργούς και στο στενό οικογενειακό τους περιβάλλον. β) Θεσμοθέτηση ανεξάρτητης ελεγκτικής αρχής με δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της περιουσιακής κατάστασης των κρατικών λειτουργών και κυρίως του τρόπου απόκτησης («πόθεν έσχες») όλων των περιουσιακών τους στοιχείων. Η αρχή αυτή θα πρέπει να είναι πλήρως στελεχωμένη από ειδικούς εμπειρογνώμονες και να έχει την δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου τουλάχιστον 200 κρατικών λειτουργών κατ’ έτος. γ) ¶μεση δέσμευση κάθε περιουσιακού στοιχείου που τελεί σε προφανή δυσαναλογία με τα εισοδήματα των κρατικών λειτουργών. Τα περιουσιακά στοιχεία κατά το μέρος που υπερβαίνουν τα δηλούμενα νόμιμα εισοδήματα, να δημεύονται κατόπιν δικαστικής αποφάσεως.
Κορυφαίο, ωστόσο αίτιο για τη μη επαρκή αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης – πρωταρχική αδυναμία θα λέγαμε – ήταν και παραμένει η βραδύτητα στη διαδικασία απονομής της. Αυτό το αναμφισβήτητο γεγονός, αποτελεί όχι μόνον αιτία κλονισμού της εμπιστοσύνης των πολιτών στο θεσμό της δικαιοσύνης, αλλά και κεφαλαιώδη παράγοντα ανάσχεσης της προόδου και της ανάπτυξης του κράτους στο σύνολό του. Ακόμη και από στενά οικονομική άποψη να θεωρήσει κάποιος το ζήτημα θα καταλήξει στη διαπίστωση αυτή. Η κατάσταση που επικρατεί στο χώρο της δικαιοσύνης αποτελεί – σύμφωνα και με δημοσιεύματα έγκυρων διεθνών οικονομικών εντύπων – ουσιώδη αποτρεπτικό παράγοντα επενδύσεων στη χώρα. Πράγματι, πώς μπορεί να επενδύσει ένας ξένος επενδυτής στη χώρα μας όταν γνωρίζει ότι ενδεχομένως η όποια δικαστική εμπλοκή μπορεί να τον καταστρέψει κυριολεκτικά. Όχι βεβαίως διότι τελικά δεν θα βρει το δίκιο του. Θα το βρει και με τρόπο ορθότερο απ’ ότι σε πολλές άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Θα έχει όμως μεσολαβήσει ενδεχομένως τόσο μακρύ χρονικό διάστημα, ώστε το δίκιο αυτό να έχει ατονήσει μέχρι σημείου εξάλειψης.
Όμως, ενώ όλοι συμφωνούμε ότι η βραδύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί τη μεγάλη αδυναμία όχι μόνο για τον θεσμό της δικαιοσύνης, αλλά και για την καθόλη λειτουργία του κράτους, τι κάνουμε για να θεραπεύσουμε την αδυναμία αυτή;
Οι βασικές παράμετροι που συνθέτουν το κεφαλαιώδες αυτό ζήτημα ήταν και παραμένουν σταθερές: Με τον υπάρχοντα αριθμό δικαστικών λειτουργών οι οποίοι, λειτουργούν υπό τις υπάρχουσες συνθήκες, απαιτείται για τη διεκπεραίωση των ποινικών υποθέσεων, χρόνος που – κατά γενική ομολογία – είναι ανεπίτρεπτα μεγάλος και σχεδόν αγγίζει τα όρια της αρνησιδικίας. Και βεβαίως για τον λόγο αυτό, σχεδόν κάθε προσφυγή των πολιτών στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο γίνεται δεκτή και έχει ως αποτέλεσμα την καταδίκη της χώρας μας. Κατά συνέπεια, με βάση τις παραμέτρους που προαναφέρθηκαν, οι λύσεις που υπάρχουν για το κεφαλαιώδες αυτό ζήτημα, είναι σαφείς και συγκεκριμένες. Απαιτείται θεαματική μείωση της ποινικής ύλης, ουσιαστική αύξηση του αριθμού των δικαστικών λειτουργών και πλήρης αναβάθμιση των συνθηκών λειτουργίας τους. Κάθε άλλη μέθοδος έχει δοκιμαστεί και έχει αποδειχθεί αλυσιτελής.
Θα μπορούσε βεβαίως κάποιος να υποστηρίξει ότι ο χρόνος απονομής της δικαιοσύνης είναι δυνατόν να μειωθεί εάν οι δικαστικοί λειτουργοί εργασθούν περισσότερο. Όμως, τουλάχιστον καθόσον αφορά τη μεγάλη πλειονότητα των εισαγγελέων , αυτό έχει προ πολλού καταστεί αδύνατον. Οι συνάδελφοί μας και μάλιστα οι εισαγγελείς του πρώτου βαθμού, έχουν πλέον φθάσει – και σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν υπερβεί – τα όρια των αντοχών τους.
Επιτακτικά, επομένως προβάλλει το αίτημα για ευρεία αποποινικοποίηση των ήσσονος απαξίας αδικημάτων και αντικατάσταση, στις περιπτώσεις αυτές, των ποινών από διοικητικές κυρώσεις. Είναι γνωστό ότι στον αριθμό των ποινικών αδικημάτων η χώρα μας διεκδικεί παγκόσμια πρωτιά. Το γεγονός αυτό – που αποτελεί βασική αιτία για τη βραδύτητα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης – έχει την εξήγησή του. Είναι η αδυναμία λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης της χώρας μας. Δεν έχει τη δυνατότητα η διοίκηση αλλά και οι επιμέρους δημόσιοι φορείς να ικανοποιήσουν τις νόμιμες αξιώσεις τους έναντι των παραβατών και για τον λόγο αυτό ανάγουν τις διοικητικές παραβάσεις ή αστικές οφειλές σε ποινικά αδικήματα, ώστε με το φόβο του ποινικού δικαστή και του εισαγγελέα οι πολίτες να συμμορφώνονται. Το φαινόμενο αυτό της πληθώρας των ποινικών αδικημάτων, δεν έχει μόνο ως αποτέλεσμα την εξαιρετική επιβράδυνση των ρυθμών απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Επιφέρει και κάτι άλλο επίσης σημαντικό. Μέσα από την πληθώρα των ήσσονος σημασίας αδικημάτων και των αντίστοιχων δικογραφιών, αποδυναμώνεται η δυνατότητα για αποτελεσματική παρέμβαση του εισαγγελέα στα πραγματικά σοβαρά εγκλήματα και έγκαιρη εκδίκασή τους από τα ποινικά δικαστήρια.
Εξίσου επιτακτικά προβάλλει και το αίτημα για ουσιαστική αύξηση του αριθμού των εισαγγελέων και εν γένει δικαστικών λειτουργών. Μια αύξηση που μπορεί και πρέπει να γίνει σταδιακά και με προοπτική πενταετίας τουλάχιστον. Ήδη όμως έχει ανακύψει κατά τα τελευταία έτη ένα άλλο συναφές ζήτημα: Η κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων. Το απόλυτα σωστό μέτρο της παροχής γονικών αδειών στις μητέρες συναδέλφους δεν συνοδεύτηκε από ανάλογη αύξηση του αριθμού των δικαστικών λειτουργών, με συνέπεια να έχουν δημιουργηθεί μεγάλα κενά που επιτείνουν τις δυσμενείς συνθήκες λειτουργίας των εισαγγελιών και των δικαστηρίων. Κενά τα οποία το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο προσπαθεί να καλύψει με αποσπάσεις δικαστικών λειτουργών από εισαγγελία σε εισαγγελία ή από δικαστήριο σε δικαστήριο. Εύλογα το πρόβλημα δεν λύνεται με τον τρόπο αυτό αλλά μάλλον ανακυκλώνεται, ενώ παράλληλα επέρχονται δυσμενή αποτελέσματα στην προσωπική κατάσταση των δικαστικών λειτουργών από τις αιφνιδιαστικές αποσπάσεις. Κατά συνέπεια, τουλάχιστον μια λελογισμένη αύξηση των θέσεων ειδικά των εισαγγελέων του πρώτου βαθμού – ανάλογη με τον αριθμό των συναδέλφων που τελούν σε μακροχρόνιες άδειες – είναι επιβεβλημένη και πρέπει να γίνει άμεσα.
Εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα επίσης για την εύρυθμη λειτουργία της δικαιοσύνης, αλλά και την ταχεία και αποτελεσματική απονομή της αποτελεί η κτιριακή υποδομή καθώς και η εφαρμογή των σύγχρονων τεχνολογιών στην καθημερινή λειτουργία των εισαγγελιών και των δικαστηρίων. Η κτιριακή κατάσταση που επικρατεί σε πολλά από τα δικαστικά καταστήματα της περιφέρειας είναι τριτοκοσμική. Υπάρχουν εισαγγελίες της περιφέρειας που στεγάζονται σε διαμερίσματα πολυκατοικιών, δίπλα από οικογένειες , πάνω από καταστήματα, ακόμα και σε κτίρια στην οροφή των οποίων λειτουργούν καφετέριες. Αλλά και στις κεντρικές εισαγγελίες της χώρας η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Για παράδειγμα, το δικαστικό «μέγαρο» Πειραιά παρουσιάζει προβλήματα υγιεινής, αλλά και στατικής αντοχής. Και παρά τον συνωστισμό εκατοντάδων ανθρώπων καθημερινά στους πολύ στενούς χώρους του κτιρίου, δεν υπάρχει ούτε μια έξοδος κινδύνου. Παράλληλα, στις περισσότερες εισαγγελίες της χώρας, δεν έχουν αξιοποιηθεί στο βαθμό που θα έπρεπε οι δυνατότητες που παρέχουν τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα και ο τομέας της πληροφορικής. Για παράδειγμα , είναι αδιανόητο στις μέρες μας να καταρτίζονται κατηγορητήρια χειρόγραφα και να ενσωματώνονται στο βούλευμα επίσης χειρόγραφες οι εισαγγελικές προτάσεις. Αδικαιολόγητο ακόμη είναι να μην υφίσταται ηλεκτρονική διασύνδεση όλων των εισαγγελιών της χώρας για παροχή πληροφοριών και ανταλλαγή στοιχείων, με συνέπεια να απαιτείται για το σκοπό αυτό η χρονοβόρα διαδικασία της κατάρτισης και αποστολής εγγράφων ταχυδρομικώς.
Ωστόσο η παρούσα ομιλία δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι μόνο διαπιστωτική – ή και καταγγελτική αν θέλετε – των προβλημάτων της δικαιοσύνης, χωρίς να συνοδεύεται από ανάλογης βαρύτητας συγκεκριμένες προτάσεις πέραν των όσων προαναφέρθηκαν για ευρεία αποποινικοποίηση, λειτουργία δικαστικής αστυνομίας, κάλυψη των οργανικών κενών και αύξηση των θέσεων των δικαστικών λειτουργών και υπαλλήλων, καθώς και για αναβάθμιση της κτιριακής και εν γένει υλικοτεχνικής υποδομής των εισαγγελιών και των δικαστηρίων. Για την υλοποίηση όλων αυτών απαιτούνται πρωταρχικά τρία βασικά στοιχεία:
1. Διάθεση για ριζικές τομές και ρήξεις με τη λήψη ριζοσπαστικών μέτρων καθώς και για αποδοχή του όποιου κόστους υπάρξει από τα μέτρα αυτά. Γνωρίζουμε για παράδειγμα, ότι η ευρεία αποποινικοποίηση θα περιορίσει σημαντικά τη δικηγορική ύλη. Στην κατάσταση όμως που βρίσκεται σήμερα η δικαιοσύνη απαιτείται ένα είδος επανάστασης, με θάρρος, τόλμη , υπέρβαση των όποιων σκοπιμοτήτων και με ανάληψη του όποιου πολιτικού κόστους. Μέχρι τώρα άλλωστε εμείς αναλαμβάνουμε το κόστος για την κατάσταση που επικρατεί. Σε μας απευθύνει τα ερωτήματά του ο απλός πολίτης αναφορικά με την καθυστέρηση της εκδίκασης της υπόθεσής του, αλλά και με τη μη έγκαιρη και αποτελεσματική παρέμβασή μας στο πρόβλημά του.
2. Μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και πρόγραμμα. Μέχρι τώρα όλες οι λύσεις αναζητούνται με χρονικό ορίζοντα ενός ή δύο ετών. Η κατάσταση όμως έχει φθάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε πράγματι δεν μπορεί να αλλάξει από τη μία μέρα στην άλλη. Απαιτείται μακροπρόθεσμος σχεδιασμός με τελικό χρονικό ορίζοντα πολλών ετών. Απαιτείται η κατάρτιση εμπεριστατωμένου προγράμματος τουλάχιστον πενταετούς διάρκειας. Εάν τα μέτρα που προτείνουμε σήμερα είχαν ληφθεί δέκα χρόνια πριν, είναι βέβαιο ότι ο χρόνος εκδίκασης των υποθέσεων θα είχε μειωθεί στο 1/3 και συγχρόνως το κόστος θα ήταν πολύ μικρότερο. Το ίδιο θα συμβαίνει και μετά από δέκα χρόνια αν δεν ληφθούν σήμερα τα μέτρα αυτά που έπρεπε να είχαν ληφθεί χθες.
3. Είναι προφανές ότι για την υλοποίηση όλων των ενδεδειγμένων μέτρων για την αναβάθμιση της δικαιοσύνης απαιτούνται γενναίες δημοσιονομικές δαπάνες. Δαπάνες που θα αποτελέσουν αληθείς και προσοδοφόρες επενδύσεις για την πρόοδο και την ανάπτυξη του κράτους στο σύνολό του. Δαπάνες που όχι μόνον δεν θα είναι αντιπαραγωγικές – όπως προείπαμε – αλλά θα επιφέρουν μακροπρόθεσμα πολλαπλάσια οφέλη για την κοινωνική ειρήνη και τον πολιτισμό της χώρας, αλλά και γι’ αυτή καθ’ αυτή την οικονομική της ανάπτυξη.

Κυρίες και κύριοι,
Καθημερινά σχεδόν ακούγονται φράσεις όπως «χρειάζεται να παρέμβει ο εισαγγελέας», «ο εισαγγελέας πρέπει να βρει τι συμβαίνει» ή «ο εισαγγελέας θα δώσει τη δέουσα λύση στο ζήτημα». Όμως, για ποιόν εισαγγελέα μιλάμε; Φαντάζει μέσα από τις φράσεις αυτές ως να πρόκειται για κάποιο υπεράνθρωπο, ο οποίος έχει όλες τις δυνατότητες και τα μέσα να φωτίσει αντικειμενικά, δίκαια και αποτελεσματικά κάθε υπόθεση. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Έχει πράγματι ο έλληνας εισαγγελέας τις αντικειμενικές δυνατότητες και τα σύγχρονα μέσα που απαιτούνται για την ουσιαστική εκπλήρωση των καθηκόντων του και μάλιστα στον απόλυτο βαθμό, όπως απαιτεί η κοινωνία; Έχει, στοιχειωδώς έστω, τα μέσα και τις δυνατότητες που διαθέτει ο συνάδελφός του στη Γερμανία ή τη Γαλλία; Όλοι γνωρίζουμε πως όχι. Έτσι το βασικό όπλο που του απομένει είναι το μεράκι, η ευσυνειδησία και η σκληρή δουλειά. Αρκούν όμως αυτά; Πόσοι όμως από αυτούς που έχουν θεσμικές αρμοδιότητες – και επικαλούνται συχνά μετ’ επιτάσεως τον εισαγγελέα – έχουν ασχοληθεί με αποφασιστικότητα και πραγματική διάθεση επίλυσης των χρόνιων προβλημάτων που έχουν σωρευθεί και ταλανίζουν το θεσμό και τη δικαιοσύνη γενικότερα;
Κυρίες και κύριοι, έχω την αίσθηση ότι αυτό το μεράκι του εισαγγελέα, αυτή η φλόγα για προσφορά και δημιουργία πολλές φορές τρεμοσβήνει υπό το βάρος των αντίξοων συνθηκών λειτουργίας του και ο εισαγγελέας κινδυνεύει να μεταβληθεί σε απλό γραφειοκράτη – διεκπεραιωτή των υποθέσεων που του ανατίθενται. Αυτό δεν πρέπει να το επιτρέψουμε. Θα ήταν ολέθριο και για τη δικαιοσύνη και για την κοινωνία και για την ίδια την δημοκρατία μας.

Για τον λόγο αυτό κλείνοντας, επιτρέψτε μου να καλέσω όλους όσοι παρευρίσκονται στην αίθουσα αυτή – ιδιαίτερα τους εκπροσώπους των δύο άλλων λειτουργιών του κράτους – να στρέψουν τη σκέψη τους και να επικεντρώσουν την προσοχή τους «στο μέσο έλληνα εισαγγελέα», ανεξάρτητα από τον βαθμό που κατέχει και τις αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί. Στον εισαγγελέα που αθόρυβα αλλά ουσιαστικά εκπληρώνει τα καθήκοντά του. Με κόπο, με αυταπάρνηση , με προσωπικές θυσίες. Στον σκληρά εργαζόμενο και υπό αντίξοες αντικειμενικές συνθήκες εισαγγελέα. Σ’ αυτόν που εισήλθε στον κλάδο με μεράκι, με όνειρα, με φλογερή διάθεση προσφοράς για ένα κόσμο καλύτερο και μια κοινωνία πιο δίκαιη, πιο ανθρώπινη.
Όλοι μαζί, ας ενισχύσουμε πρωταρχικά το αίσθημα ασφάλειας, ηρεμίας και σιγουριάς που πρέπει να τον διέπει. Ας διασφαλίσουμε στην πράξη την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία του. Ας ενισχύσουμε το φρόνημα και το σθένος του. Ας προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε ουσιαστικά την καθημερινή λειτουργία του.
Γιατί αυτός – ο μέσος έλληνας εισαγγελέας που εμφορείται από φλογερή διάθεση προσφοράς – είναι το παρόν και ιδίως το μέλλον της δικαιοσύνης.
Γιατί αυτόν τον εισαγγελέα τον έχουν ανάγκη κυρίως οι απλοί πολίτες, οι εργαζόμενοι, οι κοινωνικά αδικημένοι, οι ευπαθείς εν γένει ομάδες πληθυσμού.
Τον εισαγγελέα αυτόν τον έχει ανάγκη και η κοινωνία στο σύνολό της. Για την εξυγίανση, την πρόοδο και την ανάπτυξή της. Τον έχει ανάγκη η ίδια η δημοκρατία μας και η μελλοντική προοπτική της.

Σας ευχαριστώ πολύ

07/12/2008/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2008-12-07 14:44:482008-12-07 14:44:48Ομιλία του Προέδρου της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος Σωτηρίου Μπάγια, Αντεισαγγελέα Εφετών, στην 24η Γενική Συνέλευση της Ενώσεως Εισαγγελέων Ελλάδος.
Ανακοινώσεις

Ταμείο Νομικών

Προς

Όλους τους Εισαγγελείς
Μέλη της Ενώσεώς μας
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Ενόψει της Τακτικής Γενικής Συνελεύσεως της Ενώσεώς μας (Κυριακή, 7-12-2008) οφείλουμε να τονίσουμε ότι η παρουσία όλων είναι απαραίτητη – εκτός των άλλων – και διότι πρόκειται να ληφθούν αποφάσεις για εξαιρετικά σημαντικά θέματα, με προεξάρχον αυτό των εισφορών των συναδέλφων που ασφαλίστηκαν μετά την 1-1-1993 στο Ταμείο Νομικών. Οι εισφορές αυτές για τους συγκεκριμένους συναδέλφους αυξάνονται υπέρμετρα, κατ’ εφαρμογή του Ν.2084/92, από 1-1-2009.
Σημειώνεται ήδη ότι το Ταμείο Νομικών έχει απωλέσει τη νομική του αυτοτέλεια, αφού συγχωνεύτηκε στο Ε.Τ.Α.Α. (:Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολούμενων), που αριθμεί δεκάδες χιλιάδες ασφαλισμένους, διαφόρων επαγγελματικών κατηγοριών.
Κατά την άποψή μας η ασφάλιση αυτή για όσους εντάχθηκαν μετά την 1-1-1993 είναι προαιρετική (οι συνάδελφοί μας εντάχθηκαν, άλλωστε, κατόπιν προαιρετικής υπογραφής σχετικών δηλώσεων) και κατά συνέπεια μπορεί να διακοπεί με απλή (νέα) δήλωση – αίτηση προς τον ασφαλιστικό φορέα, με την οποία θα ζητείται επίσης η έντοκη επιστροφή (ενόψει της αιφνιδιαστικής, υπέρογκης και άνισης ασφαλιστικής μεταχείρισης) των εισφορών που έχουν ήδη καταβληθεί.
Σε κάθε περίπτωση στόχος μας είναι η μη παρακράτηση των υπέρμετρα αυξημένων εισφορών από τους συναδέλφους μας ( που ασφαλίστηκαν μετά την 1-1-1993) κατά τη μισθοδοσία της 1-1-2009.
Οι οριστικές αποφάσεις για το συγκεκριμένο κεφαλαιώδες ζήτημα θα ληφθούν κατά την Γενική μας Συνέλευση, κατά την οποία – εκτός των άλλων – πιθανότατα ν’ απαιτηθεί να εξουσιοδοτηθεί το διοικητικό συμβούλιο να προβεί σε σειρά εξώδικων ή και δικαστικών (κατάθεση αίτησης ασφαλιστικών μέτρων κ.ά ) ενεργειών.

Οι Προϊστάμενοι των Εισαγγελιών της περιφερείας παρακαλούνται για την κοινοποίηση της παρούσας σε όλους τους εισαγγελικούς λειτουργούς που υπηρετούν σ’ αυτές και ιδιαίτερα σε όσους διορίστηκαν μετά την 1-1-1993.
Για το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Ε.Ε.

Ο Πρόεδρος

Σωτήριος Μπάγιας
Αντεισαγγελέας Εφετών

Ο Γεν.Γραμματέας

Παναγιώτης Σ.Παναγιωτόπουλος
Εισαγγελέας Πρωτοδικών

01/12/2008/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2008-12-01 14:43:572008-12-01 14:43:57Ταμείο Νομικών
Ανακοινώσεις

Γενική Συνέλευση

Αγαπητοί Συνάδελφοι,

Η Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση της Ενώσεώς μας, θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 7-12-2008 και ώρα 9.30 π.μ. στην αίθουσα τελετών του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (Ακαδημίας 60). ΄Ηδη αποστέλλουμε ταχυδρομικά σχετικές ατομικές προσκλήσεις σύμφωνα με το καταστατικό μας.

Η παρουσία όλων μας στη Γενική Συνέλευση είναι απαραίτητη, ιδιαίτερα εν όψει των κρίσιμων εκκρεμών ζητημάτων που αντιμετωπίζει ο κλάδος μας και η Δικαιοσύνη γενικότερα.

Το διοικητικό συμβούλιο της Ένωσης θα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την διευκόλυνση της προσέλευσης των εκτός Αθηνών συναδέλφων. Λεπτομέρειες θα ανακοινωθούν τις αμέσως προσεχείς ημέρες.

Με συναδελφικούς χαιρετισμούς

Για το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Ε.Ε.

Ο Πρόεδρος

Σωτήριος Μπάγιας
Αντεισαγγελέας Εφετών

Ο Γεν.Γραμματέας

Παναγιώτης Σ.Παναγιωτόπουλος
Εισαγγελέας Πρωτοδικών

24/11/2008/by Cylia
https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/07/4234234234e.jpg 800 1016 Cylia https://enosieisaggeleon.gr/wp-content/uploads/2021/06/4324.png Cylia2008-11-24 14:42:582008-11-24 14:42:58Γενική Συνέλευση
Page 46 of 50«‹4445464748›»
  • Πρόσκληση – 40η Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση EEE06/11/2025 - 14:39
  • Βράβευση τέκνων συναδέλφων για την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση07/10/2025 - 08:35
  • Συνέδριο με θέμα: “ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ: ΘΕΜΕΛΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ”19/09/2025 - 16:47
  • ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΕΟΡΤΗ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗ 3 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 202519/09/2025 - 16:32
  • ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ 16/9/202516/09/2025 - 20:46
  • ΕΥΧΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΕΤΟΣ15/09/2025 - 09:56
  • ΚΟΙΝΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ Κ. ΥΠΟΥΡΓΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ06/09/2025 - 12:09
  • Ομιλία συνεδριο Καλαμάτας – Καραχαλιος Νικολαος03/09/2025 - 14:21
  • Μετάταξη Δικαστικών Λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων στις Εισαγγελικές Αρχές της Χώρας08/08/2025 - 21:51
  • Ανακοίνωση για υποβολή προς τον Κ. Υπουργό Δικαιοσύνης αιτήματος περί αύξησης οργανικών θέσεων εισαγγελέων01/08/2025 - 14:27
  • Συνάντηση Διοικητικού Συμβουλίου Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος με τoν κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και την κ. Πρόεδρο του Αρείου Πάγου21/07/2025 - 12:29

Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος
Πρώην Σχολή Ευελπίδων,
Κτήριο 16 Aθήνα, 10167

info@enosieisaggeleon.gr

Τηλ.: 213 2156254

Η Ένωση

Ιστορικό

Διοικητικό Συμβούλιο

Καταστατικό

Σελίδες

Επίκαιρα Θέματα

Εκδηλώσεις

Εφημερίδα

Ομιλίες / Εισηγήσεις

copyright ΕΝΩΣΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ 2022

Scroll to top
Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης. Με τη χρήση της αποδέχεστε αυτόματα την χρήση των cookies. Αποδοχή Περισσότερα
Manage consent

Privacy Overview

This website uses cookies to improve your experience while you navigate through the website. Out of these, the cookies that are categorized as necessary are stored on your browser as they are essential for the working of basic functionalities of the website. We also use third-party cookies that help us analyze and understand how you use this website. These cookies will be stored in your browser only with your consent. You also have the option to opt-out of these cookies. But opting out of some of these cookies may affect your browsing experience.
Necessary
Always Enabled
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. These cookies ensure basic functionalities and security features of the website, anonymously.
CookieDurationDescription
cookielawinfo-checkbox-analytics11 monthsThis cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Analytics".
cookielawinfo-checkbox-functional11 monthsThe cookie is set by GDPR cookie consent to record the user consent for the cookies in the category "Functional".
cookielawinfo-checkbox-necessary11 monthsThis cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookies is used to store the user consent for the cookies in the category "Necessary".
cookielawinfo-checkbox-others11 monthsThis cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Other.
cookielawinfo-checkbox-performance11 monthsThis cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Performance".
viewed_cookie_policy11 monthsThe cookie is set by the GDPR Cookie Consent plugin and is used to store whether or not user has consented to the use of cookies. It does not store any personal data.
Functional
Functional cookies help to perform certain functionalities like sharing the content of the website on social media platforms, collect feedbacks, and other third-party features.
Performance
Performance cookies are used to understand and analyze the key performance indexes of the website which helps in delivering a better user experience for the visitors.
Analytics
Analytical cookies are used to understand how visitors interact with the website. These cookies help provide information on metrics the number of visitors, bounce rate, traffic source, etc.
Advertisement
Advertisement cookies are used to provide visitors with relevant ads and marketing campaigns. These cookies track visitors across websites and collect information to provide customized ads.
Others
Other uncategorized cookies are those that are being analyzed and have not been classified into a category as yet.
SAVE & ACCEPT